Ξαναβρίσκοντας τον εκστατικό εαυτό

Ξαναβρίσκοντας τον εκστατικό εαυτό


Η αναλυτική επισκόπηση

Γεννήθηκα το 1979 σε μια μεσοαστική ελληνική οικογένεια. Οι γονείς μου είχαν παντρευτεί από προξενιό. Όταν γεννήθηκα, ο πατέρας μου ήταν 33 ετών και η μητέρα μου 26. Εργάζονταν και οι δύο στο δημόσιο. Είχαν πάρει με δάνειο ένα πραγματικά μικρό διαμέρισμα σε μια λαϊκή γειτονία στο Βύρωνα.

Οι γονείς του πατέρα μου ήταν αγρότες. Είχαν παντρευτεί από έρωτα. Οι γονείς της μητέρας μου ήταν επίσης αγρότες αλλά κάποια χρόνια είχαν εργαστεί στον ΟΣΕ. Και οι δύο οικογένειες είχαν βιώσει ακραία φτώχεια και πείνα. Η μητέρα του πατέρα μου ήταν πολύ ήρεμη, φιλοσοφημένη και ένθεη. Μετέδιδε την γαλήνη της σε όποιον ήταν κοντά της. Ζούσε άκακα κοντά στη φύση και στο Θεό. Είχε ερωτευτεί τον παππού μου και τον είχε παντρευτεί μετά από μεγάλη επιμονή (οι δικοί της διαφωνούσαν γιατί ο παππού μου είχε πολλά άτομα της ευρύτερης οικογένειας υπό την προστασία του). Ο παππούς μου ήταν επίσης φιλοσοφημένος και ήρεμος άνθρωπος. Διατηρούσε κατάμαυρα μαλλιά, νεανικό δέρμα και λεβέντικη κορμοστασιά μέχρι τα βαθιά γεράματα. Κάθε μέρα πήγαινε σε ένα γκρεμό και αγνάντευε.

Οι γονείς της μητέρας μου ήταν πιο αγχώδεις. Ο παππούς μου ήταν επίσης άκακος και ιδιαίτερα ένθεος αλλά ταυτόχρονα διακατέχονταν από άγχη και φοβίες. Δεν μπορούσε να μείνει καθόλου μόνος του και πολλές φορές πάθαινε πανικό με ασήμαντες αιτίες. Η γιαγιά μου ήταν πιο δυναμική. είχαν όμως και ο δύο τη συνήθεια της γκρίνιας και της κριτικής. Δε μπορούσαν ποτέ να δεχθούν τα πράγματα όπως είναι αλλά ήθελαν να τα αλλάξουν.  Αυτό τους έκανε αρκετά δυσάρεστους στη συναναστροφή.

Οι γονείς μου είχαν ήδη μια κόρη. Ο πατέρας μου απογοητεύτηκε πολύ που ήμουν κορίτσι. Υποτίθεται ότι το φιλοσόφησε και είπε πως είναι καλύτερο ένα κορίτσι από ένα άρρωστο αγόρι. Κατά τη διάρκεια της παιδικής μου ηλικίας προσπάθησε απεγνωσμένα να μου εμφυσήσει το ρόλο του αγοριού. Ο πατέρας του δεν ήταν τόσο διακριτικός, κράτησε μούτρα 3 μήνες από τη γέννησή μου και δεν ήρθε να με δει. Αλλά και ο άλλος μου παππούς κατά διαστήματα εξέφραζε ένα παράπονο, λέγοντας για παράδειγμα πόσο όμορφο θα ήμουν αν ήμουν αγόρι, 'η με φώναζε "παλικάρι μου".

Η πλάκα είναι ότι είχαν πάρει θάρρος και διάφοροι άσχετοι, όπως γείτονες κλπ. Όλοι με αντιμετώπιζαν ως αιτία τρομερής στενοχώριας για την οικογένειά μου. Γενικώς μου έγινε απολύτως ξεκάθαρο ότι με δέχονται επειδή είναι καλοί άνθρωποι αλλά κανονικά δε θα έπρεπε να είχα γεννηθεί. Ούτε λόγος για να έχω τα ίδια δικαιώματα με την αδερφή μου, έπρεπε να πιάνω όσο το δυνατόν λιγότερο χώρο και να ζητάω τα ελάχιστα για να επιβιώσω.

Αυτό και έκανα. Η αδερφή μου ήταν ένα νευρικό, θορυβώδες και απαιτητικό μωρό. Δεν έμενε ευχαριστημένη με τίποτα, δημιουργούσε διαρκώς προβλήματα, δεν της άρεσε σχεδόν κανένα φαγητό, αρρώσταινε συνέχεια. Εγώ, εκεί σε μια γωνίτσα, ήσυχη, βολική, ευγενική. Τί καλό παιδί, έλεγαν, στόμα έχει και μιλιά δεν έχει - λες και αυτό είναι κάτι επιθυμητό.

Το σπίτι μας ήταν πολύ μικρό, πολλούς μήνες έμεναν μαζί και οι παππούδες μου. Δεν υπήρχε καμία ιδιωτικότητα. 

Η μητέρα μου είχε σοβαρά θέματα, ήταν αυτό που έλεγαν τότε "νευρασθενικη". Ζούσε στην υποκρισία και στο ψέμα της καλής συζύγου και καλής νύφης. Είχε νευρικά ξεσπάσματα που με τρόμαζαν πάρα πολύ, ούρλιαζε και χτύπαγε το κεφάλι της στον τοίχο. Ήταν ασθενική, έπρεπε να την κυνηγήσει ο πατέρας μου για να φάει και φοβική. Έδειχνε πάντα πως φταίγαμε εμείς, αισθανόμουν υπεύθυνη για τη μητέρα μου. Ποτέ δεν χειραφετήθηκε, κρύφτηκε πίσω από τον πατέρα μου και παρέμεινε πάντα ένα ανώριμο παιδί που δεν αντιμετώπισε τον εαυτό του. Πολλές φορές με έβαζε στο ρόλο του γονιού και ζητούσε τη γνώμη μου για θέματα δικά της. Υποχωρούσε άκριτα σε κάθε φόβο που τον μεταβίβαζε ύπουλα σε μας. Προσπαθούσε να πάρει αξία μέσα από τα παιδιά της. Ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι με βλέπει. Μας πίεζε βάναυσα στο σχολείο, με πίεζε σε πράγματα που δε μπορούσα, μας πίεζε αλύπητα όλες τις μέρες και ώρες, ακόμα και στις διακοπές. Δεν είχε την παραμικρή ενσυναίσθηση, δε με έβλεπε. Παραβίαζε συστηματικά την προσωπικότητά μου σε μια γελοία προσπάθεια ελέγχου. Ήθελε να τα ξέρει και να τα ελέγχει όλα, στο πρότυπο των γονιών της να τα αλλάζει. Αδυνατούσε να δεχτεί τη μοναδικότητά μου και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μου.

Ο πατέρα μου, από την άλλη άφηνε περισσότερο χώρο, έδειχνε έναν στοιχειώδη σεβασμό. Αν και αντιλαμβανόμουν την απέχθεια που μου είχε, τουλάχιστον του αναγνωρίζω ότι προσπάθησε πολύ να μην το δείχνει. Του ξέφευγε όμως, κάποιες στιγμές κι έβλεπα στα μάτια του την πίκρα που με φορτώθηκε. Στη ζωή του, τα έδωσε όλα για να φανεί ακριβοδίκαιος απέναντι στα δύο του παιδιά, με τόσο υστερικό τρόπο ώστε κατέστη σαφές πως το έκανε από τύψεις. Ήταν ιδιαίτερα επικριτικός και θεωρούσε ιερό του καθήκον να με ταπεινώνει και να μου κόβει τα φτερά, ιδιαίτερα, εννοείται, ως γυναίκα. Εγώ δεν είχα δικαίωμα να έχω ανάγκες και βέβαια δεν επιτρεπόταν καμία ευαισθησία ή αδυναμία. "Εσύ δεν αρρωσταίνεις" μου είχε πει κάποια φορά που αρρώστησα. Γενικώς μου έκανε σαφές ότι δεν έπρεπε να ζητάω τίποτα. 



Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε