Τα διαμάντια της Ε.Ρ.Τ.
Στην αρχή ήταν σοκ. Η ΕΡΤ δεν είναι ιερή αγελάδα, είναι το παλιό ραδιόφωνο του παππού μου και το ραδιόφωνο των θείων στον Καναδά, οι εκπομπές που ξεκουράζουν την ψυχή μας, οι απίθανοι δίσκοι του μανιακού συλλέκτη, τα ραδιοπρογράμματα του '60 και τα επίκαιρα της Επταετίας.
Όλος ο κόσμος που ήρθε δίπλα μας σκεφτόταν το ίδιο: πώς είναι δυνατόν, ποιος είναι αυτός, ποιοι είναι αυτοί που κλείνουν κάτι που δεν τους ανήκει;
Μετά σιγά σιγά ο κόσμος αραίωσε, αραίωσαν και οι συνάδελφοι. Πιο σωστά, καθάρισαν. Και μείναμε εμείς. Το εμείς με την πιο στενή έννοια που υπάρχει: αδέρφια, οικογένεια, αγαπημένοι.
Γνωστοί και φίλοι αισθάνθηκαν πως πρέπει να με λυπηθούν. Μια γυναίκα στην ηλικία μου - η ηλικία μου είναι πολύ βαριά για μια γυναίκα - χωρίς οικογένεια, χωρίς δουλειά, τι κρίμα. Τι να τους πεις. Πώς να καταλάβουν; Πρέπει να έχεις ζήσει τις νύχτες της περιφρούρησης, κάθε συνάδελφος και μια αποκάλυψη, ένα θαύμα. Τη χαρούμενη χορωδία της πύλης κάθε πρωί κάτω από τη λάμψη του Ωρίωνα. Τα τρανταχτά γέλια με τα αστεία της παρέας στις μπάρες. Τα φαγοπότια, τα γλέντια. Τις συζητήσεις των άκρων: ή για τα σεξουαλικά μας ή για τον Ησίοδο. Αλλά κυρίως όλα αυτά τα διαμάντια, τόσα διαμάντια μαζεμένα σε ένα χώρο. Τους αγαπάω όλους με πάθος, τους άντρες, τις γυναίκες, τα σκυλιά και τις γάτες. Και τους εμπιστεύομαι.Και κυρίως ότι καθαρίσαμε έστω για λίγο από τους «άλλους». Εκείνους που πεινάνε τα παιδιά τους, όλη αυτή τη σιχαμερή συμμορία. Δεν τους είδα και δεν τους άκουσα και δεν τόλμησε κανείς να στείλει ούτε μήνυμα για πέντε μήνες, τι ηδονή!
Ένας άνθρωπος που με αγαπάει πραγματικά μπερδεύτηκε. «Βρε Χρυσάνθη, εγώ είδα ένα πολύ ωραίο όνειρο για σένα και μετά έκλεισε η ΕΡΤ, πώς γίνεται;» Γίνεται και έγινε. Ευτυχής απολυμένη. Μια απόλυση που δεν αλλάζω με όλες τις δουλειές του κόσμου. Αγαπημένοι μου συνάδελφοι, σήμερα πονάει η καρδιά μου. Για τις σπασμένες πόρτες, για τα ΜΑΤ και τη βία, για τη λεηλασία της ζωής μας, της δουλειάς μας, του θησαυρού μας. Μια μέρα όμως θα έρθει η Δίκη, πάντα έρχεται. Θα βρεθούμε και πάλι μαζί τότε, ευτυχείς και απολυμένοι.