Μπρούνο ή Έκτωρ
Πώς ο Μπρούνο απάλυνε το πένθος της ψυχαναγκαστικής χήρας
Αλλάζοντας μόνο το όνομά του σε Έκτορα
Θα σας διηγηθώ ένα μικρό θαύμα που συνέβη πρόσφατα στη γειτονιά μου. Από αυτά που συμβαίνουν καθημερινά γύρω μας και τα προσπερνάμε χαμογελώντας με νόημα.
Λυπάμαι που θα χρειαστεί να ξεκινήσω μιλώντας κάπως αρνητικά για έναν άνθρωπο που πρόσφατα έφυγε από τη ζωή. Ο γείτονάς μου ο Νίκος. Και η σύζυγός του η Νίκη.
Ο Νίκος και η Νίκη λοιπόν, δεν ήταν αυτό που θα' λεγε κανείς "καλοί γείτονες". Παράξενοι, αδιάκριτοι, εμμονικοί, κλειστοί.
Ο Νίκος, περίεργος κι αδιάκριτος, γύριζε όλη μέρα γύρω γύρω τη γειτονιά συλλέγοντας πληροφορίες για όλα. Όπου κι αν πήγαινες τον έβρισκες μπροστά σου. Δεν του ξέφευγε τίποτα. Δεν υπήρχε περίπτωση να βγεις από το σπίτι, να ψωνίσεις κάτι, να αλλάξεις αυτοκίνητο, να αλλάξεις ωράριο στη δουλειά, να αλλάξεις γκόμενο, να δεχθείς επισκέψεις, χωρίς να το πληροφορηθεί και να πληροφορήσει σχετικά και κάθε ενδιαφερόμενο.Ένα αόρατο μάτι σε παρακολουθούσε παντού. Τις νύχτες καθόταν στη σοφίτα του και με μισάνοιχτο το πατζούρι παρακολουθούσε το σπίτι μας, κανονικό σινεμά. Θεός σχωρέστον...
Η Νίκη, μια απ' τα ίδια, μόνο που αυτή δε γύριζε όλη μέρα γύρω γύρω, είχε άλλο θέμα, ασχολούνταν με το σπίτι με έναν τρόπο εμμονικό. Κάθε μέρα, στις 7.00 το πρωί είχε ήδη βγάλει έξω όλα τα χαλιά και τα τίναζε. Έξω τα χαλιά κάθε μέρα;;!! Μετά, γενική καθαριότητα σε όλο το σπίτι, μέσα έξω. Σκούπες, σφουγγαρίστρες, χαμός. Άλλα παπούτσια για έξω, άλλα για την αυλή, άλλα για τον κήπο, άλλα για το σπίτι. Δεν ξέρω τι άλλη απολύμανση έκανε σε όποιον έμπαινε, δεν έχω μπει ποτέ σπίτι τους. Μια φορά ήρθε στο δικό μας ο κακομοίρης ο Νίκος κι έβγαλε τα παπούτσια του απ' έξω, λες και θα μπουσούλαγε μωρό...
Αυτοί οι δύο λοιπόν, παρακολουθούσαν κάθε μας κίνηση λαίμαργα κρυμμένοι στο σκοτάδι. Δε μιλούσαν ποτέ, παρά μόνο αν τους έβλεπες και τους μίλαγες πρώτα. Τα δε τέκνα τους δε μιλούσαν ακόμα κι αν τους έλεγες καλημέρα, πράγμα που με είχε κάνει έξαλλη. Περιττό να πω ότι ως γείτονες δεν ήταν διατεθειμένοι να βοηθήσουν ποτέ σε τίποτα, ούτε καν σε μια ώρα ανάγκης.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι τους απέφευγα επιμελώς κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο για να μην περάσω μπροστά από το σπίτι τους. Όχι ότι ξέφευγα της παρακολούθησης με αυτόν τον τρόπο, αλλά τουλάχιστον δεν ήμουν αναγκασμένη να μιλάω. Γιατί ο μπαμπάς μου είπε ότι ώφειλα να λέω πρώτη καλημέρα ως νεώτερη.
Τελειώνω λοιπόν με το θάψιμο, εξάλλου ο Νίκος, όπως σας είπα, πλέον συγχωρέθηκε. Κι έμεινε μόνη η Νίκη. Καταλάβαινες εύκολα ότι της είχε συμβεί κάτι τραγικό γιατί για κάποιες μέρες δε φάνηκε στο παράθυρο ή στην αυλή, ούτε έβγαλε όλο το σπίτι έξω να το τινάξει. Για λίγο σκέφτηκα ότι η εμμονή της με την καθαριότητα εμπνεόταν αποκλειστικά από τον άντρα της, γι' αυτόν τα έκανε όλα αυτά και χωρίς αυτόν δεν είχε λόγο να καθαρίζει. Σύντομα όμως διαψεύστηκα. Η Νίκη ξαναβρήκε τον εαυτό της, δυο ολόκληρες μέρες έπλενε όλο το σπίτι, το κρέμασε να στεγνώσει και μετά επανήλθε στην καθημερινή της ρουτίνα. Λίγο ησυχάσαμε οι γείτονες, τουλάχιστον ήταν καλά.
Εδώ επιτέλους μπαίνει στην ιστορία μας ο Μπρούνο. Όπως εύκολα καταλάβατε, ο Μπρούνο είναι ένα αξιαγάπητο κουταβάκι, τεραστίων διαστάσεων. Το χρώμα του είναι ανοιχτό καφέ με λίγο μαύρο στη μουσούδα. Τα μάτια του απίθανα!
Τον είδα πρώτη φορά ένα πρωί πηγαίνοντας στη δουλειά. Νυσταγμένη, ένιωσα κάτι να χοροπηδάει δίπλα μου. Γύρισα και είδα τα χαρούμενα ματάκια του. 'Ελα Παναγία μου! Πήδαγε πάνω μου ζητώντας παιχνίδια. Γέλασα και προσπέρασα. Την άλλη μέρα τον ξαναείδα. Τα ίδια. Χαρούμενος κι ανέμελος έπαιζε έξαλλα μέσα στο δρόμο. Από ό,τι είδα, του είχαν βάλει φαγητό έξω από το σπίτι της Νίκης, εκεί που βάζουμε στις γάτες. Τις επόμενες μέρες μου έκανε εντύπωση το πώς βρέθηκε εκεί (στη γειτονιά μας έχουμε αδέσποτες γάτες μα όχι σκυλιά). Ρώτησα τους γείτονες και μου είπαν ότι κάποιος τον είχε εγκαταλείψει εκεί. Τι κρίμα...
Και τότε συνέβη το θαύμα! Η Νίκη αποφάσισε να υιοθετήσει τον Μπρούνο. Υπήρχε ένα περιβολάκι μπροστά στο σπίτι της που το περιποιούνταν ο Νίκος. Τώρα όμως που ο Νίκος έφυγε από τη ζωή και κανείς δεν επρόκειτο να ασχοληθεί, αποφάσισε να βάλει εκεί τον Μπρούνο. Τον οποίο κάπως αυταρχικά ονόμασε Έκτορα, παρόλο που εκείνος δεν ανταποκρίνεται καθόλου σε αυτό το όνομα.
Μια απρόσμενη εξέλιξη για τη γειτονιά, η στριμμένη, ψυχαναγκαστική να υιοθετήσει ένα ζώο και μάλιστα ένα τόσο μεγάλο σκυλί; Σπεύσαμε όλοι να βοηθήσουμε, άλλος τροφή, άλλος εμβόλια, όλοι σταματάγαμε να τον δούμε, να τον χαϊδέψουμε, δηλώσαμε διαθεσιμότητα να βοηθήσουμε σε ό,τι χρειαστεί. Η Νίκη, άνετη και καταδεχτική, πήρε ό,τι βοήθεια της προσφέραμε με μεγάλη ευχαρίστηση. Σα να ήμασταν παλιόφιλοι, σύντροφοι, δεν ξέρω τι άλλο. Μια πάρα πολύ ωραία ατμόσφαιρα δημιουργήθηκε στη γειτονιά μας.
Μια μέρα, πηγαίνοντας στη δουλειά σταμάτησα να δω τον Μπρούνο. Αυτός τρελλαίνεται όταν με βλέπει, τρέχει με φόρα κι αρχίζει να με γλύφει. Πάνω σε αυτή τη σκηνή τρυφερότητας ακούω τη φωνή της Νίκης μέσα από το παράθυρο "Τον είδες τι χαδιάρης είναι;".
Ήμαρτον Χριστέ μου, η στριμμένη γειτόνισσα που δεν έδινε νερό του αγγέλου της και που έκανα 20 λεπτά κύκλο για να μην αναγκαστώ να της πω καλημέρα...