Ελπίζω μόνο στις προσευχές σου

Μετά το άγριο καλοκαίρι που πέρασα, το σώμα μου δεν άντεξε. Ήξερα ότι θα με πιάσει η μέση μου και με έπιασε η μέση μου. Το συναίσθημα ήταν τόσο τρομακτικό, σε μια στιγμή κόπηκα στα δύο. Αισθάνθηκα την αδυναμία του ανθρώπινου σώματος, απέναντι στο κακό. Ευτυχώς δεν ήταν πολύ σοβαρό, μπορούσα να κινούμαι, αν και διπλωμένη. Βασανίστηκα κάποιες μέρες, δεν πήρα τίποτα από φάρμακα, δεν ήθελα. Σιγά σιγά περνούσε, αλλά ο πόνος διήρκεσε πάνω από μήνα. Το διάστημα αυτό, όχι μόνο δε με βοήθησε κανείς, αλλά έτρεχα και για τα θελήματα της αδερφής μου που ήταν κλινήρης. Έπεσαν και διάφορες αναποδιές στο σπίτι, χάλασε το θερμοσίφωνο, δεν είχα πού να κάνω μπάνιο.

Εκεί πάνω με έπιασε και μένα το πραγματικό παράπονο. Ήταν μια μέρα που έπρεπε να λουστώ και δεν ήθελα ούτε να διανοηθώ ότι θα το κάνω με κρύο νερό ή με τα κατσαρολάκια έτσι που ήμουνα κομμένη στα δύο. Ζήτησα από 1-2 δικούς μου ανθρώπους να πάω στο σπίτι τους να κάνω μπάνιο και μου αρνήθηκαν με γελοίες δικαιολογίες. Άτομα που έχω στηρίξει, έχω βοηθήσει, έχω φιλοξενήσει, έχουν κάνει μπάνιο σπίτι μου όταν δεν είχαν θερμοσίφωνο. Σκεφτόμουν μετά, τα δεκάδες άτομα που έχω σηκώσει από το κρεβάτι με θεραπευτικό μασάζ και, τώρα που χρειάστηκα εγώ, δε βρέθηκε ένα ζευγάρι χέρια να με μαλάξει ανυστερόβουλα.

Με αυτές τις σκέψεις πήγαινα στο σούπερ μάρκετ να κάνω τα ψώνια της αδερφής μου. Προσπαθούσα να ηρεμήσω τον εαυτό μου λέγοντας ότι δεν είναι σωστό να σκέφτομαι έτσι, η προσφορά στους συνανθρώπους μας δεν είναι συναλλαγή, δίνεις κάπου και παίρνεις από κάπου αλλού, ο Θεός ποτέ δε με έχει αφήσει. Η αμφιβολία όμως με βασάνιζε, πώς θα μπορούσε να με βοηθήσει ο Θεός σε αυτή την περίπτωση, χρειάζομαι συγκεκριμένο πράγμα από συγκεκριμένα άτομα τα οποία μου αρνήθηκαν - δε μπορώ να πάω σε σπίτι αγνώστου να κάνω μπάνιο. Πλησίαζα στα καρότσια και έτρεμα στη σκέψη ότι θα πρέπει να χωρίσω 2 καρότσια μεταξύ τους. Αυτό που για έναν υγιή άνθρωπο είναι απλό, για μένα που πονούσα φαινόταν εφιάλτης. Μόλις έφτασα στα καρότσια, χωρίς να έχω εκδηλώσει ακόμα καμία δυσκολία ή δυσαρέσκεια και χωρίς να με έχει δει να κουτσαίνω διότι περπατούσε μπροστά μου, ο μπροστινός κύριος γύρισε ξαφνικά και μου είπε "να σας βοηθήσω". Μου ξεχώρισε τα δύο καρότσια και έφυγε. Έκλαψα.

Όπως ήταν φυσικό αναζήτησα τρόπους να μην ξανά αντιμετωπίσω αυτόν τον πόνο. Τον πιο δραστικό, να πετάξω από πάνω μου τα 20 κιλά που μου περισσεύουν, τον άφησα για αργότερα. Άμεσα αποφάσισα να ξεκινήσω κολυμβητήριο. Πριν πολλά χρόνια κολυμπούσα, και μάλιστα καλά. Πώς πέρασαν όμως τόσα χρόνια...; Έκανα όλες τις διατυπώσεις, γιατροί, αξεσουάρ κλπ και να' μαι μέσα στην πισίνα.

Την πρώτη μέρα κατάλαβα ότι έρχονται πρωί πρωί όλες οι γριές του ΚΑΠΗ και είναι καλό να αποφεύγω την ώρα που μπαίνουν και βγαίνουν διότι προκαλείται μεγάλη συμφόρηση στα αποδυτήρια. Πλατσούρησα 20 λεπτά στην πρώτη διαδρομή μαζί με κάποιους ηλικιωμένους και έναν κύριο ανάπηρο. Τη δεύτερη μέρα πλατσούρησα πάλι, λίγο περισσότερο αλλά χωρίς να βάζω το κεφάλι μου μέσα στο νερό. Την τρίτη μέρα το κεφάλι μπήκε αυτόματα και πολύ σύντομα είχα γυρίσει στην παλιά φυσική μου κατάσταση.

Πήγαινα κάθε πρωί κολυμβητήριο πριν τη δουλειά. Η ώρα αυτή με είχε βολέψει, ήταν κάτι που μου έβγαινε τελείως αβίαστα. Τον πρώτο μήνα πόναγα σε  διάφορα σημεία του σώματός μου, μετά ηρέμησα και άρχισα να απολαμβάνω το κολύμπι μου. Υπέροχη αίσθηση ευεξίας και γαλήνης, πάνω κάτω τα ίδια άτομα κάθε μέρα, οι ίδιες θέσεις. Οι κυρίες του ΚΑΠΗ στην πρώτη διαδρομή, ο "κύριος" στην τελευταία, οι αθλητές στην τρίτη κτλ. Εγώ συνήθως στην προτελευταία. 

Μια μέρα ο "κύριος" με φώναξε να πάω στη διαδρομή του. Ήταν μόνος, εγώ πήρα τη μία πλευρά κι αυτός την άλλη. Μετά όμως ήρθαν οι κυρίες που κολυμπούν συνήθως εκεί και η γυμνάστρια μου είπε να πάω δίπλα. Υπάρχει μία γυμνάστρια που συντονίζει έτσι ώστε καθένας να κολυμπάει στην ίδια διαδρομή με άτομα που έχουν περίπου τον ίδιο ρυθμό ώστε να μην ενοχλεί ο ένας τον άλλο. Κάτι που είναι εύκολο να το καταλάβεις και χωρίς τη γυμνάστρια εδώ που τα λέμε. Χωρίς να θέλω να περιαυτολογήσω, πλέον είμαι ένα βήμα πριν τους αθλητές, δε μπορώ να κολυμπήσω στην ίδια διαδρομή με ανθρώπους που πάνε αργά. Πολύ σωστά λοιπόν εκείνη τη μέρα η κοπέλα μου είπε να φύγω και κακώς είχα πάει εκεί εξ αρχής, είναι μια διαδρομή για άτομα που έχουν κάποιο θέμα υγείας και κάνουν ασκήσεις, δεν είναι για μένα. Οι κυρίες αισθάνθηκαν άσχημα εκείνη τη μέρα που η γυμνάστρια με έδιωξε για να μείνουν αυτές. Αυτοσαρκάστηκαν λέγοντας ότι ήρθαν οι αθλήτριες. 

Κάποια μέρα είχα πάει στον Όμηρο και μου είπε να σκεφτώ τη σχέση που έχω με τον εαυτό μου. Το σκέφτηκα το βράδυ. Πραγματικά αγαπώ τον εαυτό μου, πλέον τον δέχομαι, τον φροντίζω πολύ καλά. Ένα πράγμα μόνο, τον καταπιέζω, τον καταπιέζω άγρια. 

Την άλλη μέρα πήγα στην πισίνα. Κολυμπούσα στην τελευταία διαδρομή μαζί με τον "κύριο" όταν ήρθαν οι κυρίες. Έφυγα αυτοβούλως. Κολύμπησα λίγο και όταν έφτασα στο τέλος της διαδρομής και έβγαλα το κεφάλι μου να πάρω ανάσα, είδα τον "κύριο" να μου απευθύνεται με τόνο έξαλλο και πολύ επιθετικό, φωνάζοντάς μου από μακριά "ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΟΚΑΤΑΠΙΕΖΕΣΑΙ;"

Μαλάκα μου, αν ήξερα την απάντηση δε θα πλήρωνα ψυχίατρο. Κι αυτός ο άνθρωπος τώρα, ένας άγνωστος από πού πήρε τόσο θάρρος να μου κάνει προσωπικές υποδείξεις και παρατηρήσεις και μάλιστα σε αυτόν τον τόνο; Μήπως νομίζει ότι επειδή έχει κινητική αδυναμία μπορεί να κάνει ό,τι θέλει; Γρήγορη επεξεργασία στο μυαλό μου, η απόφαση ήταν να μη δώσω μάχη προς το παρόν. Βάζω το ακαταμάχητο αθώο χαμόγελο και λέω "αφού ήρθαν τα κορίτσια". "Ποια κορίτσια;", με ρωτάει έξαλλος. Έδειξα έκπληκτη τις κυρίες στο τέλος της διαδρομής κι αυτός φώναξε δυνατά "Ήρθαν πιο αργά, αυτές πρέπει να φύγουν". Το χαμόγελο που έβαλα για να πω "ε, όχι" ξέρω ότι δε μπορεί να το αντιμετωπίσει κανείς κι εκεί τελείωσε αυτή η παράξενη και εντελώς αναπάντεχη στιχομυθία. 

Το σκεφτόμουν μετά στο σπίτι, ε όχι ρε φίλε, από πού κι ως πού ένας άγνωστος μου επιτίθεται έτσι χωρίς να τον έχω πειράξει. Ας τολμήσει να συνεχίσει έτσι επιθετικά αύριο και θα τον βάλω στη θέση του. Την άλλη μέρα όμως μού είπε απλώς καλημέρα έχοντας ολοφάνερα επεξεργαστεί και μετανιώσει την απαράδεκτη συμπεριφορά του. Ας είναι..

Μπαίνω μια μέρα στο ασανσέρ της δουλειάς μου και τον βλέπω μέσα. Για να είμαι ειλικρινής, δεν τον γνώρισα ακριβώς, απλώς βλέπω σπάνια ανθρώπους σε αμαξίδιο. Τον ρώτησα αν πήγε το πρωί κολυμβητήριο, μου είπε ναι επιφυλακτικός. Όταν κατάλαβε ποια ήμουν ενθουσιάστηκε. Μου είπε συγχαρητήρια για την ευγένειά μου αλλά να μην είμαι τόσο υποχωρητική. Του εξήγησα ότι φεύγω για να είναι ο καθένας στη διαδρομή που του ταιριάζει, ότι οι κυρίες αυτές δε μπορούν να κολυμπήσουν κυκλικά. Το δέχτηκε. Μου είπε ότι ψάχνει σπίτι, αν ακούσω τίποτα να του πω.

Αμέσως μετά ρώτησα έναν συνάδελφο αν τον ξέρει. Τον ήξερε και ήταν και φίλοι. Μου είπε την ιστορία του. Ότι είχε ένα ατύχημα, ότι είναι έτσι πάνω από 12 χρόνια, ότι ελπίζει να γίνει καλά αλλά αφού έχουν περάσει τόσα χρόνια μάλλον δεν υπάρχει πλέον ελπίδα. Κι ότι είναι καλό παιδί, αλλά λόγω της κατάστασής του, του φταίνε όλα. Και δεν έχει άδικο.

Μου άρεσε να κολυμπάμε μαζί. Μου άρεσε να ξέρω ότι είναι εκεί, στην πρώτη διαδρομή. Έδινε έναν τόνο γαλήνης και ομορφιάς στο νερό. Κάθε μέρα εκεί, να μετακινείται, να ντύνεται να κολυμπάει μόνος του. Μια διαδικασία που για έναν αρτιμελή άνθρωπο είναι κουραστική, αυτός την έκανε αγόγγυστα. Έπιασα τον εαυτό μου να τον σκέφτεται πολύ. Να τον σκέφτεται το βράδυ την ώρα της ονειροπόλησης. 

Με την επόμενη ευκαιρία τον ρώτησα τί σπίτι ψάχνει. Πραγματικά δεν ήξερα τίποτα γι' αυτόν, αν ζει μόνος του ή όχι. Είπε ότι ψάχνει ένα μεγάλο σπίτι για τα όργανα γυμναστικής που έχει, άρα ζει μόνος. Είπε "έχεις το τηλέφωνό μου, αν μάθεις κάτι πάρε". Δεν έχω το τηλέφωνό του... Έψαξα όπου μπορούσα για σπίτι. Ευτυχώς βρήκε σύντομα και κοντά στο κολυμβητήριο. 

Ξαφνικά μια μέρα μου είπε "αυτό το χαμόγελο, μπορώ να το φωτογραφίσω να το βλέπω όταν αντιμετωπίζω δυσκολίες;". Σαν το μωρό του απάντησα όχι, ότι θα του το δίνω από κοντά. Ύστερα μου είπε ότι θέλει εγώ να διακοσμήσω το νέο του σπίτι, έχει αυτή τη διαίσθηση. Γέλασα και δεν είπα τίποτα. Από πού κι ως πού, ένας άγνωστος...

Την άλλη μέρα ψυχρότητα. Λογικό ήταν, μετά από τόσο θάρρος.  Την παράλλη μου είπε να' ρθω μετά στη διαδρομή του. Είπε ένα "έλα" που για μένα ήταν ο ορισμός του ερωτισμού, μια πρόσκληση σαφής και αντρική. Όμορφα μαλλιά, όμορφα χείλη, όμορφο σώμα. Πήγα. Είπε "καλώς την κι ας άργησε" με έναν τρόπο ακαταμάχητο. Είπε πάλι "έχεις το τηλέφωνό μου, πάρε κανένα τηλέφωνο". Δεν έχω το τηλέφωνό του. Είπα "θα το πάρω από τον Φώτη" δέχτηκε.

Την άλλη μέρα δεν είδα το Φώτη για να ζητήσω το τηλέφωνο. Στο κολυμβητήριο ψύχρα, ούτε καν χαιρετηθήκαμε. Το απόγευμα είχα το τηλέφωνο. Και πήρα. Μου το' κλεισε για να με πάρει αυτός γιατί είναι, όπως είπε, παραδοσιακός. Μιλήσαμε, ήταν χαρούμενος. Είπε ότι θέλει να χορέψει μαζί μου βαλς. Ότι κολυμπάω πολύ ωραία, πολύ αρμονικά. Με προσκάλεσε σε συναυλία, είπα όχι. Πήγε να σκοτεινιάσει αλλά γέλασε όταν του είπα ότι θα κάνουμε κάτι άλλο.

Κλείνοντας είχα τύψεις. Ο άνθρωπος αυτός με τραβάει σα μαγνήτης, το γυμνασμένο του σώμα, το αρρενωπό του πρόσωπο, τα μάτια του, τα χείλη του, ο δυναμισμός του, το πείσμα του, κυρίως αυτό. Όμως, ούτε είμαι ελεύθερη ούτε έχω σκοπό να κάνω σχέση με ανάπηρο. Δεν είναι σωστό να του αφήνω ελπίδες. Έπρεπε να το είχα κόψει από την αρχή, να μην κάθομαι να χαριεντίζομαι, να μην πάρω τηλέφωνο, να μην του αφήσω ανοιχτό το ενδεχόμενο να βγούμε. από την άλλη έκανα όνειρα, εγώ κι αυτός, Έξω. Ντυμένοι...

Την επόμενη μέρα ήθελα να πάω στον Ταξιάρχη, του είπα ότι δε θα πάω κολυμβητήριο. 'Εστειλε μήνυμα το πρωί ότι ετοιμάζεται να βουτήξει και με σκέφτεται. Πήγα. Χάρηκε που με είδε, γελάσαμε. Είπε ότι είμαι απίστευτη. Κολυμπήσαμε πλάι πλάι. Δεν μιλούσαμε πολύ, ήταν υπέροχα. Με πήρε μετά τηλέφωνο να πει ότι είναι ενθουσιασμένος που με γνώρισε. Δεν άκουσα καλά τη λέξη, μπορεί και να είπε "γοητευμένος", μπορεί και "ερωτευμένος". Είπα ευχαριστώ αλλά θέλω να πω ότι δεν είμαι ελεύθερη. Μου είπε ότι το ξέρει. Τί καλά.

Την Κυριακή τού έστειλα μήνυμα να πάμε του χρόνου στο Μαραθώνιο. Πήρε αμέσως τηλέφωνο και μου είπε ότι αυτή ήταν η ευχή του όταν άναψε σήμερα κερί στην εκκλησία. Έκλεισε βιαστικά, φυσικά ούτε λόγος να ρωτήσει τί κάνω εγώ ή να με αφήσει να μιλήσω. 

Ξέρω πως στον καθένα μπορεί να συμβεί να βρεθεί σε μια ακατάλληλη στιγμή, ξέρω ότι αν δεν ήθελε δε θα έπαιρνε τηλέφωνο, ωστόσο η ψυχρότητα ήταν αναμφισβήτητη. Μπήκα σε σκέψεις.

Τη Δευτέρα όταν μπήκα στην πισίνα κολυμπούσε και δεν του μίλησα. Με είδε ξαφνικά δίπλα του όταν έβγαινε, έδειξε να ξαφνιάστηκε, μου μίλησε πρώτος. Μου φάνηκε ότι είπε κάτι τύπου "τί κάνεις", δεν έδωσα βαρύτητα. Η ψυχρότητα παραμένει εμφανής.

Την Τρίτη έλειπε. Κολύμπησα και μετά του έστειλα ένα χιουμοριστικό μήνυμα, πού είναι, ότι οικειοποιήθηκα τη διαδρομή του και το πιστολάκι του. Καμία απάντηση.  Όλη μέρα ήλπιζα. Ίσως δουλεύει, ίσως περιμένει να γυρίσω εγώ από τη δουλειά, να περάσει το μεσημέρι. Το τηλέφωνο χτύπαγε συνέχεια, με θυμήθηκε κάθε άσχετος εκτός από αυτόν. 

Το βράδυ ήρθε μια τρομερή καταιγίδα. Άστραφτε και μπουμπούνιζε όλη νύχτα. Μου είχε πει ότι πάνε ακόμα και με βροχή. Περίμενα να ανοίξει το κολυμβητήριο και πήρα τηλέφωνο αν λειτουργεί. Μου είπαν ναι. Πήγα. Απαγόρευα στον εαυτό μου να βιαστεί, αν τον προλάβω τον πρόλαβα. Τον πρόλαβα. Κολυμπούσε μόνος στη διαδρομή του αλλά από τη δική μου πλευρά. Πήγα δίπλα. Του μίλησα, τον ρώτησα τί κάνει. Είπε πολύ καλά και ότι έχει πολύ ωραίο καιρό - με απελπιστική ψυχρότητα. 

Δε γαμιόμαστε... 

Του ξαναμίλησα για να πω ότι βρέχονται τα ρούχα μου εκεί που τα άφησα, κακώς. Έκλαψα λίγο κάτω από το νερό. Μετά, με το κεφάλι μέσα στο νερό, θύμιζα στον εαυτό μου την αξία μου. 

Όχι, δεν αξίζω μια τέτοια συμπεριφορά, μόνο και μόνο για την πρόθεσή μου άξιζα μια εξήγηση. Δε γύρισα το κεφάλι ξανά προς το μέρος του, δεν ήθελα να ξέρω αν ήταν καν εκεί. Ύστερα με χτύπησε μια ανώμαλη ιδέα: κι αν μίλησε με κανένα κοινό γνωστό και του είπε κάτι άσχημο για μένα, το οποίο δε μπορώ να φανταστώ τί θα μπορούσε να είναι, αλλά η ανωμαλία και η κακία του κόσμου είναι αστείρευτη. Σε αυτή την περίπτωση δε θέλω ούτε καλημέρα μαζί του. 

Το επεξεργάστηκα, εννοείται, στο σπίτι. Μπήκα στη θέση του, έκανα EFT για να μειωθεί η απόρριψη που ένιωθα, κάπως μαλάκωσα. Ωστόσο εξακολουθώ να αισθάνομαι αδικία και προσβολή. Ένας άνθρωπος που με πλησίασε τόσο ενθουσιωδώς, ξαφνικά βάζει τέτοιο πάγο χωρίς μια εξήγηση, λες και δεν έχουμε απολύτως τίποτα μεταξύ μας. Ένας άνθρωπος που μου έχει πει όλα τα προσωπικά του χωρίς να με ρωτήσει ποτέ τί κάνω. Που μου επιτέθηκε μπροστά σε κόσμο χωρίς να τον έχω ποτέ πειράξει, μόνο και μόνο γιατί δεν του άρεσε που άλλαζα λωρίδα. Ένας άνθρωπος που, από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας, συνέχεια μου ζητάει πράγματα. Να έχω το νου μου για σπίτι, για δουλειά, να του χαμογελάω για να παίρνει δύναμη, να κολυμπάω μαζί του, να μην είμαι έτσι αλλά να' μαι αλλιώς, να του διαρρυθμίσω το σπίτι, να χορέψουμε βαλς. Κι εγώ, με την καλύτερη πρόθεση, χωρίς ποτέ να τον δω ή να τον αντιμετωπίσω σαν ανάπηρο, τρέχω να τον ευχαριστήσω. Ειδικά αυτό το τελευταίο, το ότι είμαι το μόνο άτομο στον κόσμο που δεν τον αντιμετωπίζει σαν ανάπηρο, θα' πρεπε να το εκτιμήσει. Σαν πολύ γέρνει η ζυγαριά προς το αρνητικό. Εγώ του έχω κάνει μόνο καλό, ακόμα και η εξήγηση που έσπευσα να του δώσω, ενώ δεν έχω κανονική σχέση, απλά και μόνο για να μην έχει ελπίδες. Θα μπορούσα να είχα πάρει αυτό που θέλω από αυτόν, επιβεβαίωση, διασκέδαση, παρέα, χωρίς να δώσω καμιά εξήγηση. Αν δεν μπορεί να εκτιμήσει το σπάνιο διαμάντι που είμαι, πρόβλημά του.

Πέρασα άσχημα εκείνες τις μέρες, το ομολογώ. Το μάτι μου πονούσε πολύ, αδιαθέτησα ενώ την προηγούμενη είχα δώσει αίμα, ο καιρός χάλασε, η νύχτα μεγάλωνε. Έκλαψα πολύ. 

Εξακολουθούσα να πηγαίνω κάθε μέρα στο κολυμβητήριο. Μου μιλούσε απόμακρα και τυπικά. Μια μέρα, καθώς γύριζα με το αυτοκίνητο, τον είδα μπροστά μου να τσουλάει στη μέση του δρόμου. Άκουσε αυτοκίνητο και μου έκανε νόημα να περιμένω, λες και υπήρχε περίπτωση να περάσω από πάνω του. Έψαχνα την κόρνα, την πάτησα, ξαφνιάστηκε. Δε θύμωσε, έκανε μια κίνηση παραπονεμένη. Όταν άκουσε τη φωνή μου, ότι ήμουν εγώ, χαμογέλασε πλατιά. Τον περίμενα να μπει στο σπίτι του προστατεύοντάς τον με το αυτοκίνητο. Δε γύρισε καν το κεφάλι του να με δει.

Τον σκεφτόμουνα πολύ.

Την επόμενη είχε ήδη μπει όταν έφτασα. Βαρυχειμωνιά. Οι διαδρομές κοντά του ήταν γεμάτες και είχα αποφασίσει να πάω στην πιο μακρινή του από όλες όπου υπήρχε χώρος. Πήγα προς τη μεριά του για να μπω από τα σκαλάκια. Εκείνη την ώρα κολυμπούσε. Είδα τα ρούχα του, εκεί που τα είχε ακουμπήσει, να σέρνονται στο πάτωμα. Σκέφτηκα να τα σηκώσω, δίστασα, κοίταξα προς το μέρος του να πάρω έγκριση, δε με έβλεπε, ήταν βουτηγμένος στο νερό. Γύρισα και σήκωσα διακριτικά το μπλουζάκι του. Εκείνη τη στιγμή έβγαλε έναν αναστεναγμό ανακούφισης. Ήταν , μια περίεργη επικοινωνία μεταξύ μας, δε με είδε και όμως αντέδρασε στην κίνησή μου. Σαν κάποιος που λαχταρά λίγη φροντίδα αλλά δε θέλει να τη ζητήσει. 


******************************************************

Ο Μάρκος: ο Μάρκος έμεινε πληγωμένος και παραπονεμένος από αυτή τη συμπεριφορά. Παραμόνευε τον Σ. σε κάθε διαδρομή για να του πει μια κουβέντα, τον περίμενε στην είσοδο του κολυμβητηρίου κάθε πρωί. Μερικές φορές καθυστερούσε και έξω από το σπίτι του. Έστειλε χίλια μηνύματα χωρίς να πάρει απάντηση. Πήρε τηλέφωνο στη δουλειά του. Μίλησε σε κοινούς γνωστούς τους για το πόσο τον είχε αδικήσει ο Σ. και μάζευε από παντού πληροφορίες προσπαθώντας να καταλάβει τί γίνεται. Με δάκρυα στα μάτια ζητούσε εξηγήσεις, έλεγε ότι δεν το αξίζει αυτό. Του έπλεξε πουλόβερ στη γιορτή του και τον κυνηγούσε να του το δώσει. Ο Σ. ποτέ δεν του ξαναμίλησε κι έμεινε κι αυτό ένα ακόμα τραύμα από τα χιλιάδες που κουβαλάει στη ζωή του.

Η Άννα: η Άννα δεν ξανα ασχολήθηκε ποτέ μαζί του. Δεν έδωσε ούτε ένα χιλιοστό από τη σκέψη της. Δεν ήξερε αν είναι στο κολυμβητήριο ή όχι. Έκανε κάθε μέρα την προπόνησή της τρελλαίνοντας τους πάντες με το κορμί της. Κάποια στιγμή γνώρισε έναν νεαρό αθλητή μέσα στο νερό και βγήκαν ραντεβού. Πήρε ό,τι ήθελε από αυτόν και συνέχισε τη ζωή της σα να μην έγινε τίποτα. Άλλο ένα τρόπαιο στη συλλογή της.

Εναλλακτικά η Άννα... Ύστερα από 5 μήνες περίμενε το Σ. Τον κοίταξε βαθιά στα μάτια και του είπε ότι τον αγαπά και θέλει να είναι μαζί του. Ότι τελείωσε τη σχέση που είχε και καθαρίστηκε τελείως από αυτή για να είναι μαζί του. Ο Σ. ανταποκρίθηκε ή δεν ανταποκρίθηκε, αυτό δεν έχει καμία σημασία. Η Άννα δε φοβήθηκε να αγαπήσει έναν άνθρωπο σε αμαξίδιο.

Ο κάκτος θυμήθηκε μια μέρα, πριν πολλούς αιώνες ή και μόλις τώρα. Είχα εγκλωβιστεί σε μια φωτιά, πήρα τη λάθος απόφαση. Αιώνες μετά συνάντησα τον εαυτό μου. Και τον κατάλαβα.

*******************************************************

Τα άστρα ήταν πολύ ευνοϊκά για μένα εκείνες τις μέρες. Σύνοδος Αφροδίτης - Δία πάνω στον Ωροσκόπο μου και καπάκι Νέα Σελήνη. Νόμιζα πως θα ήταν όμορφα στο σεμινάριο ηχομασάζ - δεν ήταν και τόσο, απλώς άφησα το νοητικό μου μπλοκάρισμα. Περίμενα μήνυμα με αγωνία, αντί γι' αυτό, ήρθε ένα περίεργο μήνυμα από έναν φίλο στις 6.οο το πρωί που έλεγε "το νόημα είναι να κολυμπάμε στην ίδια διαδρομή". Δεν πίστευα στα μάτια μου, μέσα στον ύπνο η καρδιά μου σκίρτησε.

Και ύστερα, τη μέρα της Νέας Σελήνης, κολύμπησα δίπλα του. Δε μίλαγε. Ήρθε κοντά μου την ώρα που έβγαινα και μου είπε κάτι για το φυσιοθεραπευτή του, δεν άκουσα τί αλλά κατάλαβα ότι η αδικαιολόγητη ψυχρότητα είχε λήξει. Έκατσα λίγο δίπλα του και μου μίλησε για τα εργασιακά του. Μετά βγήκε. Έκανα μια διαδρομή, όταν γύρισα ήταν ακόμα εκεί. Γύρισε πίσω, μου μιλούσε, εκείνος στην άκρη της πισίνας κι εγώ μέσα (ντράπηκα να βγω έξω με το μαγιώ). Είπε πως πρέπει να' μαι το μόνο άτομο στον κόσμο που του λένε "πόσο ευτυχισμένος νιώθω που σε γνώρισα" κι αυτό απαντάει "τα' χω με άλλον". Αυτό ήταν λοιπόν που τον πείραξε. Πώς θα μπορούσα να το έχω φανταστεί, εγώ το είπα από μεγαλοψυχία. Μιλήσαμε. Είχε καταλήξει στο ότι είναι πολύ ευτυχισμένος που με γνώρισε κι ότι η παρουσία μου ήταν η βοήθεια που του έστειλε ο Θεός για να αντέξει. Είπε "ελπίζω στις προσευχές σου όσο  σε κανενός άλλου". Μου έσφιξε το χέρι. Μετά έστειλα μήνυμα ότι ήταν πολύ ανακουφιστικό αυτό που έγινε γιατί δεν ήξερα τί του συνέβαινε και δεν αισθανόμουν την άνεση να ρωτήσω. Πήρε τηλέφωνο, είπε πως το ίδιο ισχύει και γι' αυτόν, κι ένα πολύ υγρό "σε φιλώ, να προσέχεις".

Την άλλη μέρα γινόταν χαμός από κόσμο στην πισίνα, πήγα πολύ μακριά του. Όταν άδειασε μια θέση, ο παππούς που κολυμπούσαμε μαζί επέμενε να πάει αυτός, τελικά τον έπεισα. Πήγα δίπλα του και είπε "δεν άντεξες μακριά μου". Απάντησα ειλικρινά ότι δόθηκε μάχη γι' αυτή τη θέση. Το είχε ακούσει. Κολυμπήσαμε όμορφα. Μου είπε ότι έχει γράψει ένα βιβλίο και θέλει να το διαβάσω. Ήξερα για το βιβλίο και είχα σκοπό να του το ζητήσω την κατάλληλη στιγμή. Μετά μου είπε πως δεν έχει ακόμα ίντερνετ στο νέο του σπίτι και αν μπορεί να έρθει στη δουλειά μου να στείλει κάτι στον αρχισυντάκτη του. Βεβαίως επρόκειτο για ακραία χειριστική συμπεριφορά, σιγά μην ήμουν η τελευταία του λύση για ίντερνετ, προφανώς και ήταν τρόπος να είναι δίπλα μου. Σκέφτηκα τα ρούχα που φοράω σήμερα, και αν θα χωρέσει με το καρότσι στο γραφείο μου. Είπα ναι. 

Ήρθε. Και περάσαμε όλη τη μέρα μαζί. Μου έπιανε τα χέρια και τα φίλαγε. Γράψαμε μαζί το άρθρο του. Μου μίλησε πολύ για τη ζωή του. Γλυκός. Όμορφος. Ευάλωτος. Μου πρότεινε διάφορα πράγματα, έλεγε "αν θέλεις, αν μου πεις πως θέλεις". Ήθελα να φωνάξω "ΘΕΛΩ!" αλλά δεν έλεγα τίποτα. Κάποιος συνάδελφος ήρθε και κάθισε για λίγο μαζί μας λέγοντας πόσο έχω ομορφύνει, πως άλλες κάνουν μακιγιάζ και δεν πετυχαίνουν τέτοιο αποτέλεσμα, πόσο ωραίο δέρμα έχω. Είπε "ναι, έχω δει" και ήταν ό,τι πιο ερωτικό έχω ακούσει. 

Το μυαλό μου κάηκε. Τί να κάνω; Ερωτεύομαι. Έναν ανάπηρο. Καταστρώνω σχέδια. Πήγα στον Όμηρο το βράδυ. Οι υπο - προσωπικότητές μου μίλησαν όλες: 

Η Βάνα είπε πως λυπάται. Η θλίψη αυτή θα με προστατέψει από όλα αυτά που θα με πλήγωναν μετά, όπως ότι δε θα μπορούμε να περπατήσουμε μαζί στο δρόμο, θα βρεθώ σε δύσκολη θέση, αναπόφευκτα θα γίνω προστατευτική μαζί του, δε μπορώ να το αποφύγω. 

Ο Σ. είπε πως αισθάνεται παράπονο γιατί, ενώ όλα πάνε καλά μεταξύ μας, εγώ κολλάω. Ότι θα με ήθελε πιο χαλαρή, όχι τόσο συναισθηματική. Επειδή φοβάται την έκρηξή μου που θα τα κάνει όλα ερείπια. 

Η Άννα τα'χε πάρει μαζί μου. Εκείνη δε βλέπει κανένα θέμα. Αν μου αρέσει ας προχωρήσω, αν δε μου αρέσει ας βρω κάποιον άλλο, την έχω πρήξει πια τόσο κολλημένη που είμαι. 

Ο Μάρκος είπε τα δικά του: ποιος είμαι εγώ για να κάνω σχέση, είμαι τόσο αδύναμος πώς θα περπατήσω με άλλον έναν αδύναμο άνθρωπο πλάι μου σε αυτόν τον επικίνδυνο κόσμο, οι σκέψεις μου είναι τόσο διεστραμμένες. Το μυαλό, η ψυχή και το σώμα μου είναι αδύναμα επειδή δεν τα φρόντισα. Γιατί δεν τα φρόντισα; Επειδή ήμουν λυπημένος. 

Και τότε ο Μάρκος έκανε ένα άλμα. Είπε πως αυτό που θέλει να αλλάξει είναι τη σκέψη του. Δε θα χρειαστεί να κάνει τίποτε άλλο. Αποφασίζει τώρα πως ο έξω κόσμος είναι το ίδιο ασφαλής με το φρούριό του. Κι όλα τα παιδιά αγκάλιασαν αυτή την αλλαγή. 

Τότε ερωτήθηκα εγώ τι θα κάνω με το Σ. Και είπα ότι θα το αφήσω να προχωρήσει και όπου πάει. Οι υπόλοιποι συμφώνησαν αμέσως. Η Βάνα είπε ότι δεν έχει αντίρρηση, αρκεί να ξέρω τί κάνω. Ο Σπύρος και η Άννα είχαν αυτή την άποψη εξ αρχής. Ο Μάρκος δήλωσε σύμφωνος αρκεί κάποιος να τον προστατέψει - το ανέλαβε η Άννα. 

**************************************************************************

Στο κολυμβητήριο την επομένη περάσαμε όμορφα και χαλαρά. Δεν πήγα στη διαδρομή του, κολύμπησα δίπλα. Τον φώναξα, μου είπε να περιμένω και ήρθε αργά προς το μέρος μου. - Πες - Εσύ με φώναξες, μου απαντά. Του είπα για τον Ωροσκόπο του, ότι είναι σίγουρα Ζυγός, οι Σκορπιοί ωροσκόποι έχουν μια μαυρίλα. Είπε πως η προσευχή σκορπίζει τη μαυρίλα, δε συμφώνησα. Μου είπε ότι ο Άγιος Σπυρίδωνας όσο περισσότερο τον βρίζεις τόσο περισσότερο σε αγαπά. - Αυτό το ξέρω - Γι' αυτό είσαι αξιαγάπητη - Κι εσύ είσαι πολύ γλυκός γιατί έχεις ωροσκόπο Ζυγό. Γέλασε. Πιο μετά μου έπιασε το χέρι. Αργότερα με πήρε τηλέφωνο, δεν το άκουσα, όταν τον πήρα είπε κάτι ακαταλαβίστικα και ότι θα τρακάρει. Κλείσαμε...

Την Κυριακή έγινε μια παρεξήγηση με τα τηλέφωνα, το τηλέφωνό μου τον πήρε από μόνο του, μετά με πήρε αυτός και δεν απάντησα, μετά εγώ και είχε μπλοκάρει το κινητό του. Τελικά μιλήσαμε και μάλλον για να του πω ότι στην ενορία μου έχουμε αγρυπνία. Ήρθε. Κάθισα δίπλα του. Κοινώνησε. Το ευχαριστήθηκε πολύ. Πάντα μυρίζει κάτι άσχημο, σαν απολύμανση. Ήταν πολύ δυναμικός σε αυτό που ήθελε. Κινούνταν στο χώρο άνετα. Μού έφερε αντίδωρο. Όταν βγήκαμε έξω κρύωνα. Με ρώτησε πού έχω παρκάρει και με πήγε μέχρι το αυτοκίνητό μου... Ύστερα μού έστειλε μήνυμα αν έφτασα καλά...

Είχα πει πως αφού ξενυχτήσαμε δε θα πάω κολυμβητήριο, πήγα φυσικά. Ρώτησε τί υπερίσχυσε και άλλαξα γνώμη. Του έστειλα μήνυμα μετά ότι πάω μόνο γι΄αυτόν. Πήρε τηλέφωνο και είπε πως το ξέρει αλλά είναι καιρός να του πω και κάποια πράγματα από κοντά. Δε μου άρεσε αυτό. Θα πω ό,τι θέλω όταν το αισθανθώ. Είπε πως θα περάσει σε 2 ώρες να με δει. Δεν πέρασε ποτέ. Δεν είπα τίποτα γι' αυτό. Σε λίγες μέρες πήρε τηλέφωνο από το δρόμο αν μπορεί να έρθει να γράψουμε τη δουλειά του. Είπα ναι αλλά άργησε πάρα πολύ. Ήρθε λίγο πριν σχολάσω. Κάτσαμε μια ώρα παραπάνω από το ωράριό μου κι έγραψα ένα τεράστιο άρθρο. Ήμασταν  και οι δύο πολύ κουρασμένοι. Ζήτησε συγνώμη που με κράτησε, καθόταν όμως και μιλούσε στο τηλέφωνο αδιαφορώντας αν με καθυστερεί. Μου έδινε μάλιστα και εντολές, να σηκώσω τα χαρτιά του που είχαν πέσει κάτω κτλ. Φαινόταν χάλια, είχε ένα γκρίζο σύννεφο γύρω του. Πήρα ντεπόν για να συνέλθω όταν έφτασα σπίτι. 

Αυτός ήταν πολύ ανήσυχος διότι ήταν κατηγορούμενος σε μια δίκη. Μου τηλεφώνησε την προηγούμενη να μου ζητήσει να ευχηθώ να πάνε όλα καλά. Την ημέρα της δίκης περίμενα να πάει μεσημέρι κι έστειλα μήνυμα να ρωτήσω πώς πήγε. Απάντησε περιγράφοντας τα συναισθήματά του και ότι με ευχαριστεί για το ενδιαφέρον χωρίς να μου πει τί έγινε και αφήνοντάς με σε αγωνία. Αισθάνθηκα άσχημα. Ότι τα δικά μου συναισθήματα δεν έχουν καμία σημασία σε αυτή τη γνωριμία. Ούτε που του πέρασε από το μυαλό ότι αγωνιώ και δικαιούμαι να μάθω,

Την άλλη μέρα με πήρε τηλέφωνο και μιλήσαμε όμορφα. Γελάσαμε. Ενώ με είχε πάρει αυτός, με έκλεισε απότομα λέγοντας "δε θα μου πεις τίποτα άλλο, άναψε το φανάρι". Το βρήκα αυταρχικό. Την επομένη με ξαναπήρε με ένα χαζό πρόσχημα. Μιλήσαμε ωραία. 

Όταν ήρθε η ώρα να ξαναγράψει τη δουλειά του ήθελα να του πω να έρθει να το κάνουμε πάλι μαζί. Δε χρειάστηκε. Με πήρε αυτός Δευτέρα μεσημέρι αν μπορεί να έρθει. Του είπα εντάξει αλλά θα φύγω στις 17.00 ακριβώς που σχολάω. Σε λίγο μού έστειλε μήνυμα ότι είναι καλύτερα να το κάνουμε αύριο. Επέμεινα λίγο να ξεμπερδεύουμε σήμερα για να μην αγχωθεί αλλά δεν ήθελε. Με ρώτησε αν μπορεί να έρθει αύριο λίγο νωρίτερα να έχουμε χρόνο, είπα "φυσικά, μπορείς να έρθεις ό,τι ώρα θέλεις". Δε μου άρεσε αυτό, ότι δε θέλει να έρθει σήμερα που θα πρέπει να φύγω κανονικά στο ωράριό μου, το θεωρεί δηλαδή δεδομένο ότι θα κάτσω παραπάνω γι' αυτόν; 

Το βράδυ ζήτησα να δω ένα όνειρο γι' αυτόν. Τον είδα μέσα σε ένα στρόβιλο, να φθίνει. Στενοχωρήθηκα. Ο Όμηρος είπε ότι το όνειρο αφορά εμένα και σημαίνει ότι σιγά σιγά ο Σπύρος θα χάσει την αξία του για μένα και θα βρω τα εσωτερικά μου στηρίγματα.

Το άλλο πρωί στο κολυμβητήριο ρώτησα τί ώρα θα έρθει. Μου είπε "ό,τι ώρα μου πεις, έχω φυσικοθεραπεία στις 9.00 και μετά είμαι ελεύθερος".  Γέλασα. Δεν ήρθε ποτέ...

Στις 5 παρά πέντε τού έστειλα μήνυμα αν είναι όλα οκ γιατί είχε πει ότι θα' ρθει και τον περίμενα και τώρα φεύγω. Σκέφτηκα μήπως ήταν στο δρόμο και καθυστέρησε, μην ταλαιπωρηθεί ο άνθρωπος. Τη δική μου ταλαιπωρία δεν την είχα αξιολογήσει ακόμη.

Πήρε τηλέφωνο αρκετή ώρα μετά. Γλυκός και χαρούμενος. Πόσο ωραίο και γλυκό βρήκε το μήνυμά μου, ότι πήγε τελικά σε ένα ίντερνετ καφέ και δε με ειδοποίησε γιατί ήταν κοντά στην ώρα που σχόλαγα. Όταν του είπα όμορφα ότι δε μου αρέσει η ασυνέπεια, θεώρησε ότι πρέπει να ηρεμήσω. Και όταν πήγα να πω πως όταν έχεις ένα ραντεβού οφείλεις να πας ή να ειδοποιήσεις έγκαιρα, με έκοψε στη λέξη ραντεβού λέγοντας ότι δεν είχαμε ραντεβού. Μου είχε πει, λέει, ότι θα έρθει σε μένα αν δε βρει άλλο τρόπο αλλά θα προσπαθήσει να βρει άλλο τρόπο για να μη με βαραίνει. Αυτό δεν το άκουσα, είπα εγώ κι εκείνος απάντησε με περισσό θράσος ότι είναι προφανές ότι δεν το άκουσα. Η αρχή μιας σειράς πραγμάτων που ισχυρίστηκε ότι είχαν ειπωθεί ενώ δεν είχαν. Κι ενώ το θέμα είχα ξεκαθαρίσει επώδυνα πια για μένα, συμπλήρωσε ότι με πήρε χαρούμενος και κλείνει στενοχωρημένος. Απάντησα ότι δε θα στενοχωρηθώ και γι' αυτό και κλείσαμε βιαστικά.

Ώστε λοιπόν μια τρελή εγώ που χρειάζομαι να ηρεμήσω. Ώστε λοιπόν το ίδιο εγώ με ένα ίντερνετ καφέ. Ώστε λοιπόν τόσο άνδρας και μαχητής που κάνει τέτοιες πουστιές.  

Μετά σκέφτηκα και τα υπόλοιπα: όλες τις φορές που δε βρήκα χώρο να εκφραστώ, που έμεινα με το ακουστικό στο χέρι, με ένα αίσθημα ματαίωσης. Για στάσου, εκείνος δε με προσέγγισε με ξεκάθαρο αίτημα να τον νιώσω, να τον συναισθανθώ, να ακούσω για τα συναισθήματά του, να διαβάσω το βιβλίο του; Και τα δικά μου συναισθήματα; Πού είναι; Σαν το μωρό που απαιτεί αγάπη και προσοχή χωρίς να χρειάζεται να ανταποδώσει τίποτα; 

Πόσο εύκολα πιάστηκα στο χειριστικό του παιχνίδι. Εγώ που νόμιζα πως τον αντιμετωπίζω σαν μαχητή τυφλώθηκα από την αναπηρία. Θεώρησα τον ανάπηρο συνώνυμο του εξαγνισμένου. Μόνο και μόνο επειδή το έλεγε εκείνος. 

Με πήρε τηλέφωνο το Σάββατο το βράδυ. Ήταν γλυκός. Ήθελε το βιβλίο του γιατί του το ζήτησαν από κάπου - πόσο πιο γελοίο, Θεέ μου. Μιλήσαμε ωραία. Είπε ότι χαίρεται που με ακούει πιο ήρεμη, ότι αισθάνεται έλξη κι αγάπη για μένα αλλά του είπα ότι έχω σχέση και θέλει να είναι διακριτικός, θέλει να φέρεται σαν αυτός που θέλει να είναι! Κανονίσαμε να πάω να τον βρω την επόμενη μετά τη δουλειά του, ήθελε να έρθει εκείνος, του εξήγησα ότι βολεύει περισσότερο έτσι, το δέχτηκε.

Όταν συναντηθήκαμε προσπάθησα να μιλήσω γι' αυτή την ένταση που συνέβη μεταξύ μας, να εκφράσω την πλευρά μου, να ακούσω τη δική μου. Αντέδρασε πολύ άσχημα, απέφευγε το διάλογο με κάθε τρόπο. Φιλούσε και διάβαζε το βιβλίο του ενώ του μιλούσα, τραγουδούσε. Αμετανόητος. Είπε ότι έκανε το καλύτερο για μένα ως ένδειξη σεβασμού και ότι δεν καταλαβαίνει γιατί να το κάνουμε τόσο θέμα για κάτι καλό που έκανε. Δε νομίζω να άκουσε κάτι από αυτά που του είπα. Πήγε να φύγει και του είπα να βγούμε μαζί αφού φεύγω και γω. Μπήκε στο μικρό γερανό για τα καρότσια κι όταν έφτασε κάτω κλειδώθηκε μέσα, οι μπάρες δεν άνοιγαν. Έτρεξαν όλοι οι ειδικοί, δε μπορούσαν να το ανοίξουν. Κάτσαμε αρκετή ώρα, τελικά άνοιξε μόνο του. 

Πήγαμε μέχρι το αυτοκίνητό του, ήταν πράγματι ένα άσχημο θέαμα να τον βλέπω να μεταφέρει τα πόδια του χτυπώντας τα από δω κι από κει. Παρ' όλ' αυτά το πρώτο του μέλημα ήταν να βάλει ένα CD να παίζει. Και πάλι του μίλαγα και άκουγε το τραγούδι, είναι αυτό που θα χορέψει όταν γίνει καλά. Με ευχαρίστησε γιατί αυτή η ζέστη - κρύο μεταξύ μας τις τελευταίες μέρες τον έκανε να νιώσει ζωντανός. Του είπα ότι δε μπορώ να εκφραστώ υπό αυτές τις συνθήκες, να πάμε για έναν καφέ. Το σκέφτηκε λίγο, είπα και γω ότι τώρα δεν έχω πολύ χρόνο, είπε κι εκείνος ότι έχει να πάει στη μητέρα του. Χαιρετηθήκαμε δια χειραψίας. 

Γενικώς ήταν μια χάλια συνάντηση. Ξαφνικά εγώ ήμουν η κακιά κι εκείνος ο ιερομάρτυρας... Με είπε βεζεβούλ, διάβολο με αγγελικό πρόσωπο. Επειδή ζήτησα όταν λέει ότι θα έρθει, να έρχεται ή να ειδοποιεί. Αισθάνθηκα την ενέργειά μου στραγγισμένη. Δε χτίζονται έτσι οι ανθρώπινες σχέσεις αγάπη μου, με αποφυγές και κρυψίματα της βρωμιάς κάτω από το χαλί.

Στο κολυμβητήριο προσπαθούσα να του μιλήσω ώρα. Όταν τον είδα να στρέφεται προς εμένα κολύμπησα προς τη διαδρομή του και του έδειξα το φεγγάρι. Είπε "εσύ να το βλέπεις και να εύχεσαι να σε εξαγνίσει". Ο γνωστός Βεζεβούλ, εγώ. Μετά μου είπε να πάω να κολυμπήσω όπου θέλω και με κράταγε με το χέρι του. Είπα "τί βιαιότητες είναι αυτές" και έμεινα. Γλυκειά μου, ΓΙΑΤΙ ΔΕ ΦΕΥΓΕΙΣ ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ;

Μια μέρα δεν ήρθε, έστειλα μήνυμα πού είναι και με πήρε το μεσημέρι, τότε το είχε δει. Μετά πάλι δεν ήρθε, τον είδα μπαίνοντας στη δουλειά. Καθίσαμε. Μου είπε κάτι τύπου "αν σου χιμήξω δε θα σου μείνει λέπι" και αναστατώθηκα ολοκληρωτικά. Του είπα το όνειρό μου. Τον είχα δει όρθιο με όμορφα μαύρα λαμπερά μαλλιά. Μου είπε ότι ένας φίλος του από το στρατό τον πήρε μετά από 15 χρόνια απουσίας για να του διηγηθεί ένα παρόμοιο όνειρο κι επίσης η μητέρα του είδε ένα τέτοιο όνειρο. Αλλά αυτοί οι δύο πρώτα είχαν δει ότι έφθινε. Μα κι εγώ είχα δει το ίδιο...! Τί γίνεται;

Ήρθε μετά και κάτσαμε. Μιλήσαμε όμορφα. Ενδιαφέρθηκε πολύ για μένα, για το μάτι μου, για τη δουλειά μου, για το πάρτυ. Ρώτησε για το πάρτυ και του έδωσα λεπτομέρειες. Ρώτησε αν αυτό είναι πρόταση και είπα "φυσικά". Από ό,τι φαίνεται, θα έρθει. Μου χάιδευε τα χέρια πολύ τρυφερά. 

Ήρθε στο πάρτυ, περάσαμε ωραία. Γύρω μας παρακμή, δε μας ένοιαζε. Γελούσαμε. Μου είπε μετά στο κολυμβητήριο ότι κατά βάθος είμαι πολύ τρυφερή επειδή δε χόρεψα όσο δε χόρευε ο καβαλιέρος μου. Απάντησα πως είναι χαζό γιατί είμαι και εξωτερικά τρυφερή, όχι μόνο στο βάθος. Μετά του έδωσα χώρο να μου πει για την παρακμιακή ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο πάρτυ, ότι η αύρα μου δεν είχε καμία σχέση με όλων αυτών εκεί μέσα και να προσέχω τον εαυτό μου να μην πληγωθώ. Μου φάνηκε πολύ γλυκό να νοιάζεται για μένα. Τον ρώτησα αν γνωρίζει κάποια όμορφη ολονυχτία την παραμονή των Χριστουγέννων και προσφέρθηκε να βρει για να πάμε μαζί.

Την άλλη μέρα πήρε να με καλέσει για ποτό και όταν είπα πως δε μπορώ πληγώθηκε, είπε πως είναι αφελής, νόμιζε ότι αρνήθηκα λόγω της σχέσης μου. Του είπα πολύ γλυκά ότι είναι χαζό αλλά είχε αγανακτήσει και έλεγε μακάρι τέτοιους χαζούς να έχω πάντα στη ζωή μου που να με σέβονται. Κάτι σαν να υπήρχε περίπτωση να μη με σεβαστεί... Ύστερα έστειλα μήνυμα ότι έλυσα τις ληγμένες σχέσεις και το χρωστάω σε αυτόν. Δεν είχα βρει ευκαιρία να του μιλήσω τόσο καιρό. Έστειλε συγκινητικά μηνύματα, πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι θέλει να με φιλήσει, το θέλει πολύ. 

Στην ολονυκτία με περίμενε μέσα στην εκκλησία. Ντυμένος στα άσπρα. Ήταν όμορφος σε σημείο να χαζεύεις.  Είπε "και του χρόνου μαζί αλλά στο ίδιο ύψος". Μου έφερε, όπως πάντα, αντίδωρο. Μιλήσαμε για τον Άγιο Νεκτάριο. Κάποιοι τον ρωτούσαν αν μπορεί να τα καταφέρει μόνος του. Τον ρώτησα και γω, είπε ότι δεν έχει απαντήσει σε αυτή την ερώτηση ακόμα. Απάντα πρώτα, αγάπη μου, και μετά προσεγγίζεις γυναίκες ως άνδρας. Έξω του ζήτησα το κομποσχοίνι του και μου το έδωσε αμέσως.

Την άλλη μέρα έστειλε μήνυμα ότι θέλει πίσω το κομποσχοίνι του, μετά ότι δεν το θέλει, μετά του είπα να πάμε για καφέ (τρίτη φορά) και δεν απάντησε ποτέ. Στο κολυμβητήριο του είπα ότι του το έφερα, ρώτησα αν θα το πάρει για να ξέρω να βγω από την πισίνα, μου είπε ότι δεν πάω καλά, αφού τα έχουμε κανονίσει. Εκεί αγρίεψα, είπα πως πραγματικά δεν έχω καταλάβει τί κανονίσαμε και μαζεύτηκε. Όταν τον είδα να φεύγει, βγήκα κι εγώ και του το έδωσα. Είπε "βοήθειά σου", είπα σε ευχαριστώ, εγώ σε ευχαριστώ, μου απάντησε κι έφυγε κλειστός.

Τί γίνεται ρε παιδιά, πόσο ζέστη - κρύο; Γιατί φέρεται έτσι; Εντάξει, ως τώρα πίστευε πως έχω σχέση αλλά τώρα γιατί;

Την άλλη μέρα πήρε τηλέφωνο το μεσημέρι να δει τί κάνω. Είπε μπορεί να τα πούμε αύριο, μεθαύριο, σε ένα μήνα, με έναν τόνο ειρωνικό και σαδιστικό. Ε, μετά δεν άντεξα. Έστειλα μήνυμα το επόμενο βράδυ να ζητήσω εξηγήσεις για τη συμπεριφορά του, απάντησε πολύ γλυκά, αμφισβήτησα τον ανδρισμό του, αντέδρασε επιθετικά, προσπάθησα μετά να το μαζέψω - δε μαζευόταν με τίποτα. Κατέληξε στο πολύ ώριμο "μη μου ξαναμιλήσεις ποτέ", εγώ έλεγα "θα σε πάρω πιο μετά", τον πήρα πιο μετά και δεν απάντησε το τηλέφωνο. Πόνεσε η κοιλιά μου. Περίμενα πέντε ώρες κι έστειλα μήνυμα "αυτό ήταν το πρόβλημα εξ αρχής: δε σε ενδιαφέρει ο διάλογος κ οι αληθινές σχέσεις, μόνο να μοιραστείς τα δικά σου συναισθήματα. Των άλλων είναι πολύ ασήμαντα για σένα. Εδώ ακριβώς εξαντλήθηκε η υπομονή μου. Κανονικά έπρεπε να είχα εγκαταλείψει τη στιγμή που με είπες Βεζεβούλ επειδή απαίτησα συνέπεια και σεβασμό". Πήρε τηλέφωνο. Φώναξε, ειρωνεύτηκε, είπε απελπισμένος "τί θέλεις από μένα", αισθάνθηκα καλύτερα.

Είπε πως δεν απάντησε στην πρότασή μου να πάμε για καφέ επειδή εκείνος μου έχει κάνει συγκεκριμένη πρόταση την οποία αρνήθηκα και πρέπει κι εγώ να του πω συγκεκριμένα μέρος και ώρα. ΥΨΙΣΤΕ ΘΕΕ! Πώς θα μπορούσα να μαντέψω κάτι τέτοιο; Και γιατί να το μαντέψω στην τελική... Γλυκειά μου, ΓΙΑΤΙ δε φεύγεις τρέχοντας...;

Πρωτοχρονιά πρωί πρωί πήρε τηλέφωνο κι έστειλε μήνυμα. Ήμουν στο κρεβάτι του πόνου με ίλιγγο - η χειρότερη Πρωτοχρονιά της ζωής μου. Έστειλα ένα μήνυμα με ευχές το μεσημέρι που κατάφερα να σηκωθώ λίγο. Τον πήρα τη μεθεπόμενη μέρα για ευχές, έλεγε ότι του μιλάω γλυκά, ύστερα είπε ότι το χάλασα γιατί τον είπα βρωμόστομο. Ύστερα με έπαιρνε τηλέφωνο αλλά δεν το άκουσα. Όταν γύρισα σπίτι βρήκα ένα μήνυμα από το πουθενά που έλεγε ότι δε θα με ανεχτεί άλλο να του μιλάω έτσι, να μην του ξαναμιλήσω ποτέ και να τον παρατήσω. Και καλή τύχη με τις αναπηρίες μου (δεύτερη φορά). Πήρα τηλέφωνο γελώντας να πω "τί έπαθες ρε χαζό", δεν απάντησε...

Ευτυχώς που δεν είχα κάρτα στο κινητό. Έγραφα κάτι θυμωμένα μηνύματα και τα αποθήκευα για να τα στείλω όταν θα βάλω. Τελικά ηρέμησα κι έστειλα ένα πολιτισμένο μήνυμα μετά από 2 μέρες: "κατανοώ ότι περνάς μια σκληρή δοκιμασία αλλά και οι άλλοι άνθρωποι δε σου φταίνε σε τίποτα. Λυπάμαι αλλά αν δεν υπάρχει ισότιμη σχέση, δε σχετίζομαι". Θεώρησα πολύ άσχημο παιχνίδι να με κατηγορεί για αναπηρίες - κάτι στο οποίο ξέρει ότι δε μπορώ να απαντήσω. Εφόσον έχει μια σωματική αναπηρία, ό,τι και να μου πει δεν μπορώ να απαντήσω με ίδιο τρόπο. Ήταν ένα περίεργο παιχνίδι όπου έβαζε τον εαυτό του στη θέση του προστατευόμενου, δε μου άρεσε, εγώ τον βλέπω σαν άντρα. 

Πήρε τηλέφωνο και είπε ότι έφτασα σε σωστό συμπέρασμα με την αυτοκριτική μου και έτσι κάποια στιγμή θα φτάσω και στο τελικό σωστό συμπέρασμα. Ακίνητος αυτοκράτορας που δε χρειάζεται ο ίδιος να κινηθεί καθόλου προς τον άλλον, ούτε βέβαια να κάνει κανενός είδους αυτοκριτική. Είπε επίσης ότι επικοινωνούμε. Δεν ξέρω τί είδους επικοινωνία εννοεί, όταν δεν μιλάμε καθόλου και ήδη σε μια τόσο νέα γνωριμία έχουν προκύψει τόσα άλυτα θέματα που δεν αντιμετωπίσαμε. Έστειλε μήνυμα μετά να με καλέσει σε ένα μπαρ, επανέλαβα ότι δε σχετίζομαι και περίμενα πάλι κανένα μήνυμα "μη μου ξαναμιλήσεις ποτέ". Έστειλε, όμως, κάποια όμορφα μηνύματα, ότι η συμπεριφορά του δεν επηρεάζεται από το πρόβλημα υγείας του γι' αυτό και μπορεί και έχει στη ζωή του άτομα σαν εμένα. Μόνο που η παρουσία μου στη ζωή του είναι δώρο, δεν είναι επιβεβαίωση του ότι δεν έχει αναπηρία. Πώς την έχει ακούσει αυτό το άτομο...

Την επόμενη στο κολυμβητήριο του μίλησα και μου χαμογέλασε με αγωνία, αισθάνθηκα να με χρειάζεται. Αυτό με ξενέρωσε πολύ. θέλω να είναι δυνατός κι εγώ επίσης. Να είναι επιλογή όχι ανάγκη.

Μια μέρα δεν πήγα στο κολυμβητήριο. Σκεφτόμουν να τον πάρω τηλέφωνο. Έτσι. Πέρασε όλη η μέρα και δεν το αποφάσιζα. Τελικά έβγαλα το τηλέφωνο και πήρα χωρίς δεύτερη σκέψη. Μιλήσαμε όμορφα. Με ρώτησε γιατί τον πήρα τώρα. Είπε πως εδώ και μισή ώρα μου μιλάει και μου λέει να τον πάρω γιατί ανησύχησα που δε με είδε. Μα... δε θα' ταν πιο απλό να σηκώσει το τηλέφωνο και να πάρει; Είπε επίσης ότι του λείπω και ήταν σα να είχε το στόμα του γεμάτο τουλούμπες. Πραγματικά δεν καταλαβαίνω τί εννοεί, αφού είμαι εδώ γι' αυτόν και το έχω δείξει με όλους τους τρόπους. Τί θέλει; 

Εντάξει, όμορφο τηλεφώνημα αλλά η απόφαση να μην ξανά πλησιάσω παρέμενε. Όταν πήγα στον Όμηρο και μου μίλησε πολύ θετικά. Ότι είναι το πιο υγιές άτομο από όσα του έχω αναφέρει τα τελευταία χρόνια. Αντιμετωπίζει τη ζωή θετικά, είναι πολύ ευαίσθητος και πληγωμένος, να δείξω περισσότερη κατανόηση, τρυφερότητα και ευαισθησία. Να τον αντιμετωπίζω ισότιμα γιατί αυτό είναι σημαντικό για εκείνον, να βλέπει ότι στα μάτια μου δεν είναι αδύναμος. 

Έστειλα, λοιπόν, ένα μήνυμα να δει την έκλειψη σελήνης κι εκείνος ζήτησε να πάω να τη δούμε μαζί. Κι ενώ είχα την κανονική μου αντίδραση "είμαι κουρασμένη" κλπ, γυρίζει το μυαλό μου και παίρνω τηλέφωνο να ρωτήσω πού είναι για να πάω. Με κάλεσε σπίτι του. Ένα μαγικό σπίτι. Μου έφτιαξε σοκολάτα. Ερωτικά ήταν λίγο απότομο και δε μου άρεσε. Αλλά αυτό ήταν δικό μου λάθος. Πήρε τηλέφωνο το άλλο πρωί. Είχε πάει στο κολυμβητήριο και κολύμπησε πολύ. Όταν του επεσήμανε ο γυμναστής να μην κουράζεται τόσο, είπε ότι είναι ερωτευμένος. Με διαβεβαίωσε ότι θα το πει και στις γιαγιάδες. Με κάλεσε για καφέ. Είπα "αύριο". Πήγαμε την Κυριακή. 

Μια ωραία πλατεία, μια όμορφη συνεννόηση. Όμορφα. Του χάιδευα την πλάτη. Μου είπε ότι δεν έπλυνε το ποτήρι μου κι έπινε από κει. 

Την επόμενη ήρθε αιφνιδίως στη δουλειά μου. Η πλάτη του ήταν πολύ καλύτερα, μου είπε ότι οφειλόταν στη χειρουργική επέμβαση που του έκανα με τα δάχτυλά μου και στην αγάπη που έπεσε πάνω. 

Την επόμενη δεν ήρθε στο κολυμβητήριο, πήρα τηλέφωνο αμέσως μόλις βγήκα να μάθω γιατί. Είπε πως κοιμήθηκε αργά κι ευχαριστεί για την αγάπη, τη χρειάζεται. Σαν το πεντάχρονο κακομαθημένο που θέλει μόνο να πάρει. Απόμακρος αλλά έδειξα κατανόηση. Πριν φτάσω στη δουλειά έστειλε μήνυμα να ακούσω ένα κλασσικό κομμάτι για να ακούμε το ίδιο. Αλληλογραφήσαμε πολύ, μιλήσαμε στο τηλέφωνο. Δεν πήγε καλά, ήταν πολύ επιθετικός. Στενοχωρήθηκα.  Έκλαιγα όλη μέρα. Το βράδυ με πήρε να βρεθούμε. Πήγα σπίτι του, είχα μούτρα κι εκείνος ήταν πολύ ανάλαφρος. Τραγουδούσε. ήθελε να πάμε έξω γιατί θα μας έκανε καλό και στους δύο. Τελικά κάτσαμε σε αυτή την κατάσταση ώρα. Με χάιδευε. Όμορφα. Πιο όμορφα από την πρώτη φορά. Ύστερα κάτσαμε πολλή ώρα όρθιοι στον ορθοστάτη του, δε σκέφτηκε ότι κουράζομαι έτσι. Του έλεγα να παίξουμε ένα παιχνίδι κι εκείνος έψαχνε επιτραπέζιο... Με ρώταγε για εκείνη την ιστορία με τον παντρεμένο κι ύστερα ζήτησε να σταματήσω να του μιλάω γι' αυτό. Διαφωνήσαμε για το ρόλο της γυναίκας. Ήταν ανυποχώρητος. Εμένα μου βγήκε όλη μου η ανωριμότητα μαζί, είχα μεταμορφωθεί στο ανασφαλές παιδί που θέλει φροντίδα και προστασία. Μου την έδινε αλλά χωρίς να μπαίνει στο παιχνίδι μου. Είπε πως αυτά τα μηνύματα που μου έστειλε, να μην του ξαναμιλήσω ποτέ, ήταν άμυνα. Τον πήρα για καληνύχτα, όπως μου είχε ζητήσει και δεν τον ξαναπήρα ποτέ. Ούτε εκείνος.

Οι επόμενες μέρες στο κολυμβητήριο ήταν ψυχρές. Έκανε κατά καιρούς κάτι βλακείες, τύπου να με ακουμπάει δήθεν τυχαία όταν περνούσα από δίπλα του. Τί μαλακείες είναι αυτές; 

15 μέρες μετά με ξαναπροσέγγισε. Ουδέτερα στην αρχή, μεταβίβασε χαιρετίσματα από τον ιερέα. Μετά πιο δυναμικά. Πήγα σε ένα σεμινάριο μάλαξης. Τον σκεφτόμουν πολύ έντονα όλη την ώρα. Είπα πως ήταν ένας από τους λόγους που πήγα. Του μιλούσα από μέσα μου και του έλεγα "πάρε με τηλέφωνο να σου πω όλα τα ωραία πράγματα που κάνω". Άνοιξα το τηλέφωνο στο διάλειμμα και είχε πάρει! Όταν τον πήρα πίσω, όμως, δε μπορούσε να μιλήσει πολύ γιατί οδηγούσε. Είπε πως πήρε για να δει τί κάνω. Το βράδυ του έστειλα μήνυμα ότι έκανα κάτι πολύ ωραίο σχετικά με μάλαξη αλλά μου κόστισε υπερβολικά πολλή ενέργεια και δε θα πάω στην κολύμβηση την επόμενη. Πήρε φωτιά, όμορφα. Έλεγε "σε θέλω πολύ, ενώ εσύ κοιμάσαι μακαρίως". Δεν κοιμόμουν μακαρίως, ήμουν πολύ χάλια από την κούραση, τον φώναζα στον ύπνο μου αλλά ένιωθα έναν τοίχο ανάμεσά μας κι έπρεπε να φωνάξω πολύ δυνατά για να με ακούσει. Την άλλη μέρα πήρε τηλέφωνο και είπε ότι ήταν σε στύση κι έγραφε όλη νύχτα. Είπε πως του το χάλασα, αν μιλούσα για σεμινάριο μασάζ... Πολλές μέρες μετά κατάλαβα ότι δικαίως το πήρε για σεξουαλικό υπονοούμενο. Μου πρότεινε μετά να πάμε στο Μέγαρο Μουσικής και η άρνησή μου του πυροδότησε μια απίστευτα γλυκειά αντίδραση, περίπου αυτή: είμαι ερωτευμένος και θέλω να είμαστε μαζί, να είμαστε ζευγάρι. Δεν αντέχω όμως άλλες χυλόπιτες. Όποτε θέλεις, έλα. Όπως σε αγαπώ σήμερα θα σε αγαπώ και αύριο.

.....................

Απάντησα με γράμμα όπου προσπάθησα να εξηγήσω τί νιώθω και πόσο μπερδεμένη είναι αυτή τη στιγμή η ζωή μου. Από όλα αυτά που του έγραψα (μεταξύ των οποίων πολλές όμορφες εξομολογήσεις) κράτησε μόνο ότι η τελευταία σχέση που είχα και μόλις τελείωσε, κράτησε 5 χρόνια και δε μπορεί να τελειώσει από τη μια μέρα στην άλλη. Αυτό του πυροδότησε ένα παραλήρημα ζήλειας και πάνω σε αυτό αποκαλύφτηκε γιατί δε μου μιλούσε 15+ μέρες, είχε βγάλει το τελείως αυθαίρετο συμπέρασμα ότι διατηρώ σχέση με κάποιον παντρεμένο. Μου έστειλε λοιπόν ένα μήνυμα στο κινητό όπου έλεγε ότι τον λέω επιθετικό ενώ διατηρώ σχέση με αυτόν τον αχρείο και άλλα τέτοια. Τρελλάθηκα. Ήμουν στο αυτοκίνητο και παραλίγο να τρακάρω. Πήρα, ως συνήθως, να τον ρωτήσω αν πάει καλά και, ως συνήθως μετά από τέτοια ξεσπάσματα, δεν απάντησε. Έστειλα ένα μήνυμα πολύ θιγμένο, απάντησε συγνώμη για την παρερμηνεία. Έστειλα ένα γράμμα όπου είπα όλα όσα είχα να πω: κουράστηκα να προσπαθώ να πείσω ότι δεν είμαι ελέφαντας. Απάντησε 3.30 τη νύχτα να μην τον προσβάλλω, να μη λερώνω τη σκέψη μας, να λάβω υπ' όψιν τη συγνώμη του και να ησυχάσω (μ' αρέσει όταν λέει "ησύχασε"). Απάντησα ότι ο άνθρωπος πρέπει να ξέρει πότε να το βουλώνει, εκείνος πρόσβαλε και λέρωσε και τη συγνώμη την έλαβα υπ' όψιν αλλά είναι αργά. Είχε ήδη έρθει το πρωί και μου έστειλε ειρωνική καλημέρα.

Στο κολυμβητήριο κολυμπήσαμε μακριά και την επόμενη δεν ήρθε. Θέλω να είναι ήσυχος. Πήρε τηλέφωνο, μιλήσαμε όμορφα. Είπε πως δε θα' πρεπε να γίνονται τέτοια ανάμεσα σε ανθρώπους που ξέρουν πώς αισθάνονται και πώς σκέφτονται. Του είπα να μιλάει. Μου είπε ότι κράτησε αυτή τη στάση της απομάκρυνσης τόσες μέρες από σεβασμό για τις επιλογές μου. Περίεργη αίσθηση του σεβασμού, να μη λαμβάνεις καθόλυο υπ' όψιν σου τον άλλο και να μην του δίνεις καθόλου χώρο έκφρασης... Ήταν πολύ γλυκός και πολύ συνειδητοποιημένος. Παραδέχτηκε ότι έπαθε παραλήρημα ζήλειας - αυτό με εντυπωσίασε. Τελικά του είπα πως η πρότασή του να είμαστε μαζί είναι πολύ γλυκειά αλλά εγώ δεν είμαι σε φάση. Εκείνος ήταν κουλ, αλλά ξέρω ότι απλώς χρειάζεται λίγο χρόνο για να επιτρέψει να αναδυθεί η απογοήτευση.  

Παραδέξου το τελικά...

Την επόμενη εβδομάδα ψυχρότητα. Ώσπου μια μέρα είχαν καλύψει τη μισή πισίνα κι αναγκάστηκα να πάω να κολυμπήσω μαζί του. Μου γέλασε πολύ όταν με είδε - η πόρτα είχε ανοίξει και πάλι. Του είπε πως έσπασα το δόντι μου. Έδειξε τόσο ενδιαφέρον που καταντούσε γελοίο. Αν τρώω, να το δει, αν θέλω κάτι από το φαρμακείο. Μετά πάλι κάποιες μέρες σιωπή. Και μετά, πήγα πάλι στη διαδρομή του. Μου μίλησε ψυχρά αλλά μετά από κάποιες διαδρομές μου χαμογέλασε. Του χάιδεψα την πλάτη. Μόλις ένιωσε το χέρι μου ανοίχτηκε αυθόρμητα προς το μέρος μου με έναν τρόπο που με τρόμαξε. Νόμιζα ότι θα αρχίσουμε να φιλιόμαστε παθιασμένα μπροστά σε όλο το κολυμβητήριο. Είδε τον τρόμο στα μάτια μου και μου έδωσε ένα δευτερόλεπτο να ανασυνταχθώ - κύριος. Μετά, με την αγκαλιά του ανοιχτή, περίμενε να τον πλησιάσω και, κάνοντας κι εκείνος τον υπόλοιπο δρόμο που μας χώριζε, μου έδωσε ένα υπέροχο φιλί στο μάγουλο. Ρώτησα πώς είναι η πλατούλα. Μού είπε ότι τώρα που την πιάνω πανηγυρίζει.

Τη νύχτα με πήρε τηλέφωνο, το είδα το πρωί. Ρώτησα, όταν τον είδα, αν ήθελε κάτι. Είπε μια δικαιολογία. Πήγα στη διαδρομή του, μου είπε ότι ο λόγος που μου ανέφερε ήταν πρόφαση, με πήρε για να μου διαβάσει κάτι που έγραψε. Την ώρα που ήταν να βγει χάλασε το μηχάνημα. Ύστερα πήρε τηλέφωνο ότι θα΄ρθει από τη δουλειά, αν θέλω κάτι. Η ώρα πέρασε, δεν ήρθε. Είχε στείλει όμως email ότι συνάντησε δυσκολίες και μου γράφει γιατί δε θέλει να υποφέρω, δε θέλει να τον περιμένω αδίκως. Με προσφώνησε Αμαζόνα. Ανταλλάξαμε κάποια μηνύματα. Πήρε τηλέφωνο το βράδυ να βρεθούμε, ότι θέλει να με δει γιατί είναι πολύ πιεσμένος. Είπα ότι δε μπορώ γιατί έχω χορό. Απογοητεύτηκε. Ακύρωσα το χορό.

Βρεθήκαμε στην ίδια πλατεία. Ήταν ένα όμορφο βράδυ. Ο Σείριος έλαμπε παράξενα. Ήμουν πίσω του όταν έψαχνε να παρκάρει. Τον βοήθησα να βρει μια θέση, ήταν μικρή, χτύπησε τον πίσω του, του βρήκα μια μεγαλύτερη. Μου έφερε ένα υπέροχο λουλούδι. Το έβαλα στο πορτ μπαγκάζ όση ώρα πάρκαρε, δε με είδε και ρώταγε αν το πέταξα. Καθίσαμε έξω. Σε λίγο κρυώσαμε και ζήτησε τη φορητή ράμπα. Είπε πως δεν έχει κινητικό πρόβλημα, με κοίταξε και είπε "έχω;" το σκέφτηκα και απάντησα με βεβαιότητα όχι. Έκανε 3-4 απόπειρες να ανέβει τη ράμπα και έπεσε πίσω. Τρόμαξα, αλλά δεν είχε χτυπήσει. Τον σήκωσαν τα δύο παιδιά του μαγαζιού. Μου ζήτησε πολλές φορές συγνώμη και είπε πως το αν είναι καλά θα εξαρτηθεί από μένα, από το πώς θα πάρω αυτό που έγινε. Ότι είναι μια δοκιμασία για τη σχέση μας. Ότι του αρέσει που τον χαϊδεύω αλλά δε θέλει να αισθάνομαι σα νοσοκόμα. Ρώτησα γιατί να αισθάνομαι νοσοκόμα, συμφώνησε. Μίλαγε υπέροχα. Είπε πως όλη του η ζωή είναι μια εσωτερική βεβαιότητα που του υπαγορεύει "ασ' τους να λένε, μην το βάζεις κάτω, συνέχισε τον αγώνα" κι αυτό δεν αφορά μόνο την υγεία του αλλά και τη δουλειά του, τις σχέσεις του, όλα. Με δάγκωσε στο πόδι. Μου είπε πως έχω ωραίο πρόσωπο και το σώμα Αμαζόνας. Πως θα είμαι από τα πρώτα άτομα που θα διαβάσουν το βιβλίο του. Είχε προβλήματα, σοβαρά προβλήματα, οικονομικά, επαγγελματικά, υγείας. Μου μίλησε γι' αυτά. Απόρησα με την επιπολαιότητά του να μην έχει φροντίσει για βασικά θέματα όπως ο ασφαλιστικός του φορέας - πώς γίνεται στην κατάστασή του; Αυτός ο άνθρωπος δεν πατάει στη γη, κυριολεκτικά και μεταφορικά ταυτόχρονα. Πώς μπορεί κάποιος να τον εμπιστευτεί; Ούτε στο αυτοκίνητό του δε θα έμπαινα. Μου είπε πως αν είχε φλόγα θα φεύγαμε και θα πηγαίναμε στο Λουτράκι να δούμε τη λίμνη. Αγανάκτησα. Γατάκια της φωτιάς που ανάβουνε και σβήνουνε σα σπίρτο και νομίζουν πως αυτό είναι φλόγα...

Μετά φύγαμε. Είπε πως ήταν το υπέροχο τέλος μιας δύσκολης μέρας. Έφυγε πετώντας κι εγώ, όπως πάντα, μουδιασμένη. 

Ύστερα πάλι τα ίδια: έστειλα μήνυμα να πω πως τα λουλούδια τακτοποιήθηκαν πολύ όμορφα στο παράθυρό μου, δεν απάντησε. Την Τρίτη, δεν τον είδα για τρίτη μέρα στο κολυμβητήριο, πήρα τηλέφωνο. Μου μίλαγε τυπικά, είπε πως είναι χαλασμένο ακόμα το μηχάνημα, δεν ξέρει γιατί. Θα έκλεινα κι εγώ σύντομα εφόσον μου μιλούσε έτσι, είπε όμως κι εκείνος ότι έχει φυσικοθεραπεία. Εντάξει, πάντα μιλά ψυχρά και βιαστικά στο τηλέφωνο όταν παίρνω εγώ, θα με πάρει πιο μετά. Δεν πήρε. Μπήκα στην τράπεζα όταν κλείσαμε κι έπαθα κρίση κλειστοφοβίας στην πόρτα. Ήρθε ο διευθυντής να με βγάλει και να με παρηγορήσει. Τα πόδια μου έτρεμαν, τρίκλυζα κι έπεφτα πάνω στα έπιπλα, μια μαλακισμένη πελάτισσα γύρισε και με κοιτούσε απροκάλυπτα πολλές φορές, στο τέλος της έκανα γκριμάτσα για να μαζευτεί. Τα χέρια και τα πόδια μου έτρεμαν όλη μέρα. Έκανα μια μακρινή απόσταση οδηγώντας για να πάω στο μάθημά μου και στο γυρισμό μου φορτώθηκαν κι άλλες κοπέλες να τις πάω σπίτι. Το μάτι μου με ενοχλούσε πολύ. Την άλλη μέρα το μάτι μου πονούσε και δεν ανεχόταν τον φακό. Κάποιες μέρες μετά του έστειλα ένα email. Είπα, μεταξύ άλλων, για το μάτι μου. Δεν απάντησε. Και ο εξευτελισμός μου ολοκληρώθηκε όταν ρώτησα τον υπάλληλο στο κολυμβητήριο αν έφτιαξαν το μηχάνημα και μου είπε ότι το έφτιαξαν απλώς ο Σ. πηγαίνει άλλες ώρες.

Δηλαδή, άλλαξε την ώρα που πηγαίνει σταθερά επί 15 χρόνια και κολυμπάει για να μη με βλέπει.

Ο Όμηρος είπε, όπως και η Τρουτ, ότι έχουμε πρόβλημα επικοινωνίας. Κι ότι είναι ώρα να θέσω όρια, να του πω πως αν ξανα-εξαφανιστεί χωρίς εξήγηση θα ψάχνει να με βρει με τα κυάλια. Είχα κι εγώ αρκετό θυμό για αυτή του τη συμπεριφορά και σίγουρα δεν έχω λόγο να ανεχτώ άλλο αυτόν το σαδισμό. Να εξαφανιστεί έτσι λίγες μέρες αφότου με είχε χρησιμοποιήσει ως παυσίλυπο και παυσίπονο; Έκανα όμως πολλά υπέροχα πράγματα που απογείωσαν την ενέργειά μου και μ' έκαναν να αποκολληθώ από αυτές τις πικρές σκέψεις. Τον αγαπώ, πραγματικά. Όπως και τον εαυτό μου. Στενοχωρήθηκα, έπαθα κρίση πανικού, επιδεινώθηκε το μάτι μου εξαιτίας του. Αυτό δε μπορεί να ξαναγίνει, αν θέλει να έχει οποιαδήποτε είδους σχέση μαζί μου θα πρέπει να μάθει να μιλάει.

Εν τω μεταξύ, όπως φαίνεται, δε θέλει να έχει καμία σχέση μαζί μου. 14 μέρες χαμένος.

Και μάλλον αυτό είναι σταθερά το χρονικό πλαίσιο για τις εξαφανίσεις του. Την 15η μέρα ήρθε στο κολυμβητήριο. Δεν του έριξα ούτε ματιά. Όταν έβγαινα τον είδα μπροστά μου, γύρισα πίσω και περίμενα να φύγει. Τον ξανασυνάντησα όμως στην πόρτα. Πήγαινα πίσω του, δε με είχε δει. Σε μια στιγμή αντιλήφθηκε ότι κάποιος είναι πίσω του, γύρισε με απορία. Έφυγα χωρίς να του μιλήσω, ούτε κι εκείνος μου μίλησε. Μετά ήρθε στη δουλειά μου. ΣΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΟΥ, εκεί που δουλεύω, χωρίς να με έχει ειδοποιήσει πριν. Τον είδα ξαφνικά μπροστά μου, ταράχτηκα. Δε μπόρεσε να εκπληρώσει το σχέδιο της επίσκεψής του - όποιο κι αν ήταν αυτό - γιατί ήταν ένας άλλος συνάδελφος μπροστά. Προφασίστηκε μια γελοία δικαιολογία. Ότι χρειαζόταν κάτι από δουλειά. Είχε ένα ύφος σεβασμού προς το πρόσωπό μου. Σκατά σεβασμός,αφού πρώτα με έχει αφήσει να τον αναζητώ 15 μέρες χωρίς να ξέρω τί συνέβη, αν είναι στο νοσοκομείο, αν έχει κάτι μαζί μου. Αφού με έχει αφήσει σαν τον μαλάκα να στέλνω μηνύματα και email χωρίς απάντηση, αφού μου έχει απαντήσει στο τηλέφωνο λέγοντας "ποιος είναι;" (ποιος είναι;), αφού έχει σταματήσει ακόμα και το κολυμβητήριο για να μην τον βρίσκω πουθενά και μου έχει προκαλέσει κυριολεκτικά απελπισία. 

Μαλάκα μου, έχω θυμώσει και δεν πρόκειται να υποτιμήσω αυτό τον θυμό. 

Καθαρά Δευτέρα, 8 το πρωί. Πήρε τηλέφωνο να πει καλή Σαρακοστή. Με έπιασε κυριολεκτικά στον ύπνο, του μίλησα γλυκά. Είπε συγνώμη που με ξύπνησε, είπα "δεν πειράζει" (!!) και έκλεισε. 

Το βράδυ έστειλα το μήνυμα, αποφάσισα να μην περιμένω άλλο:

- Την επόμενη φορά που θα χαθείς έτσι και θα με ζητήσεις μετά από 15 μέρες σα να μη συμβαίνει τίποτα, δε θα με βρεις. Και για αυτή τη φορά, η οποία είναι η τρίτη από τότε που σε γνωρίζω, δεν έχω αποφασίσει ακόμα.

Απάντησε στις 3 η ώρα τη νύχτα, κάτι για την ευχή που μου έδωσε, ότι το έκανε γιατί ήταν στην εκκλησία που είχαμε πάει μαζί, ότι είναι κάτι που δε θα' πρεπε να αγριεύει τους ανθρώπους. 

Μαλάκα μου, αμετανόητος. Ίσως δεν έπρεπε να απαντήσω αλλά ίσως και όχι:

- Αχου μήπως πρέπει να συγκινηθώ κιόλας; Που με χρησιμοποιείς ως παυσίπονο και παυσίλυπο όποτε θέλεις υποστηρίζοντας ότι μπορείς να σχετιστείς ισότιμα και μετά αποσύρεσαι και ο άλλος δεν υπάρχει. Δεν κάνουν έτσι. Μη με ενοχλείς άλλο.

-Ούτε εσύ εμένα

Η καρδιά μου πόνεσε πολύ. Ο Βαγγέλης κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο και ήταν για μένα μια παρηγοριά.

*******************************************************

 Το τελευταίο όνειρο που είδα πριν την παύση, 12 Φεβρουαρίου 2020: ήμουν σε ένα μαγευτικό υψίπεδο με ανεμογεννήτριες. Οδηγούσα αργά για να απολαύσω το τοπίο. Αισθανόμουν λύπη που έδιωξα τον Τάσο και τώρα φεύγει κι ο Βαγγέλης και ο Σπύρος. Σκέφτηκα, ηρέμησε, γιατί να φύγει ο Σπύρος; Ήξερα όμως πως πρέπει να μείνω μόνη.

Και έμεινα. Τελείως μόνη, μόνη στο σπίτι με τις σκέψεις μου, με τα όνειρά μου, χωρίς κανέναν αντιπερισπασμό. Χωρίς δουλειά, χωρίς συναδέλφους, χωρίς μετακινήσεις, χωρίς χορό, χωρίς κολυμβητήριο, χωρίς καφετέριες, χωρίς γονείς, χωρίς τίποτα! Μια ποσειδώνια περίοδος. 

Τις πρώτες μέρες λειτούργησα με τον Υδροχόο. Σκέφτηκα όλους τους γνωστούς που χρειάζονταν βοήθεια και τους την προσέφερα. Ξαφνιάστηκα όταν διαπίστωσα πόσες μέρες είχαν περάσει χωρίς να τον σκεφτώ. Νόμιζα πως τον ξεπέρασα, πως έτσι ήταν καλύτερα, γλίτωσα. Επιβεβαίωσαν και οι φίλες μου, μα είναι δυνατόν να μην έχει πάρει ένα τηλέφωνο σε αυτήν την κρίσιμη κατάσταση να δει πώς είμαι; Υπήρχε όμως ένας συγκεκριμένος λόγος που δεν τον σκέφτηκα τις μέρες του αλτρουισμού: ξέρω πως δε χρειάζεται βοήθεια, θα τα καταφέρει σίγουρα.

Έτσι, όταν τα πράγματα ησύχασαν άρχισα να τον σκέφτομαι. Τον εξαιρετικό χαρακτήρα του, το ήθος του, την αξιοπρέπειά του, το επίπεδο που κράτησε όση ένταση και να υπήρξε μεταξύ μας. Άνοιξα το ίντερνετ, τον έψαξα, βρήκα μια φωτογραφία του, μου φάνηκε υπέροχος, ήθελα να τον αγκαλιάσω.

Τις επόμενες μέρες η σκέψη του ήταν τόσο έντονη, ήταν σα να περάσαμε τον εγκλεισμό μαζί, τρώγαμε μαζί, κοιμόμασταν μαζί, διαβάζαμε μαζί. Γιατί διάβασα πολύ αυτόν τον καιρό, ο ορίζοντάς μου διευρύνθηκε με έναν καθοριστικό για τη ζωή μου τρόπο. Για το Σ. όμως δεν έβρισκα λύση. Πώς τα έκανα έτσι; Τί έγινε τώρα, εγώ έφυγα ή αυτός έφυγε; Μήπως έκανα εγώ κάτι λάθος; Όχι βέβαια, εγώ έκανα το καλύτερο που μπορούσα, αυτός φερόταν αλλοπρόσαλλα. 

Πώς μπόρεσε να φερθεί έτσι; Παράπονα, παράπονα, παράπονα. Ευχές να καταλάβει το λάθος του και να έρθει να ζητήσει συγνώμη. Να έρθει να μου εξηγήσει γιατί εξαφανίστηκε και δεν τον έβρισκα όταν τον έψαχνα, να μετανοήσει πικρά για την απελπισία που μου προκάλεσε, να με διαβεβαιώσει ότι δε θα ξανασυμβεί ποτέ.

Ερωτικές φαντασιώσεις για την επόμενη συνάντησή μας, όνειρα για το τί θα του πω, τί θα κάνουμε, πώς θα φιληθούμε. Κάθε βράδυ τον έβλεπα στον ύπνο μου. Μα πώς θα διορθωθεί αυτή η κατάσταση; Αν τον πάρω εγώ να του πω πόσο μου λείπει θα νομίζει ότι έχει το πάνω χέρι και θα κάνει πάλι τα ίδια. Όχι, όχι, πρέπει να περιμένω, μέχρι να καταλάβει το λάθος του.

Μα, αν νομίζει πως τον έχω ξεχάσει, πως δεν τον ήθελα ποτέ, πως βρήκα ευκαιρία να τον ξεφορτωθώ στην τελευταία μας συζήτηση; Ότι δεν τον σκέφτομαι, δεν έχω αισθήματα γι' αυτόν, έχω συνεχίσει τη ζωή μου. Αισθήματα παγίδευσης, αυτο-λύπησης και εγωισμού με κατέτρωγαν. Υπέφερα. Αλλά με έναν γλυκό τρόπο. 

Και μετά είδα. 

Ένας άνθρωπος ερωτευμένος και παραδομένος. Εγώ να μην μπορώ να αποφασίσω αν θα δοθώ ολοκληρωτικά ή όχι, αν μπορώ να αντέξω τη σχέση με έναν άνθρωπο κομμένο στα δύο, έναν άνθρωπο σωματικά μισό. Ήθελα να πάω, αλλά δε μπορούσα. Ήλπιζα ότι με τον καιρό θα το νιώσω ξεκάθαρα - δεν έγινε. Εν τω μεταξύ, τον υπέβαλα σε μια δοκιμασία απλή για τον μέσο άνθρωπο, αβάσταχτη όμως για κάποιον ήδη τόσο πληγωμένο. Μου το είπε καθαρά εξάλλου "σ' αγαπώ αλλά δεν αντέχω άλλες χυλόπιτες".

Κι εγώ όμως δεν αντέχω να είμαι με έναν άντρα που θα τον προστατεύω εγώ, που χρειάζεται προστασία από το παραμικρό απαλό αεράκι.

Σκέφτηκα πολύ τη δική μου ευθύνη σε όλο αυτό, σίγουρα αν είχα δοθεί, πολλά από αυτά που με ενόχλησαν δε θα είχαν γίνει. Ωστόσο θα μπορούσε άραγε να διαχειριστεί τα συναισθήματά του, να τα κοιτάξει κατάματα, να επικοινωνεί αποτελεσματικά μαζί μου - κάτι που για μένα είναι απολύτως αναγκαίο; Μάλλον όχι. Δες, προτίμησε να φύγει παρά να κάτσει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, να το λύσουμε μαζί. Θα μπορούσα να τον πω ψεύτη, τα τελευταία λόγια που μου είπε ήταν ότι δεν το βάζει κάτω και προσπαθεί σε όλους τους τομείς. 

Ταλαντεύτηκα όπως έκανα κι όλον αυτόν τον καιρό αυτού του βασανιστικού φλερτ. Από τη μία ο έρωτας, η συναισθηματική ασφάλεια, η αίσθηση οικειότητας. Από την άλλη η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, το κενό επικοινωνίας, η αναπηρία. Σιγά σιγά κέρδισε χώρο το δεύτερο και κατέληξε σε ένα ανακουφισμένο "πού πήγα να μπλέξω". 

Τον είδα μια μέρα τυχαία στην πλατεία, δε μου μίλησε. Φαινόταν δυνατός, να σφύζει από δύναμη. Θυμήθηκα την τελευταία φορά που τον είδα, το χειμώνα, πόσο αδύναμος, πόσο αβοήθητος, πόσο συρρικνωμένος φαινόταν. Ο Όμηρος είπε πως δε φταίω εγώ γι' αυτό, μια στενή σχέση του καθρεφτίζει την αδυναμία του. Ενώ όταν περιστοιχίζεται από ανθρώπους που τον επιβεβαιώνουν αλλά από απόσταση ασφαλείας, δυναμώνει.

Καλή δύναμη λοιπόν. 

Είδαμε τα όριά μας: εγώ δεν μπορώ να κάνω σχέση με έναν άνθρωπο που δεν περπατάει κι αυτός δε μπορεί να κάνει σχέση γενικώς...


********************************************************************

Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος έλαβα δύο μηνύματα. Το πρώτο έλεγε να τον πάρω ξανά τηλέφωνο και ας μη μιλήσω, είναι κι αυτό ένα σημείο ζωής. Το δεύτερο αν θέλω να πάω να τον βρω στην πλατεία. Απάντησα ότι δε μπορώ, να το κάνουμε, αν γίνεται, απόγευμα. Πήρε τηλέφωνο, κανονίσαμε. Πήγα σπίτι του. Με περίμενε στο κρεβάτι. Όμορφη, χαλαρή συνάντηση, μιλούσαμε σα να μη συνέβη τίποτα, σα να ήμασταν και χθες και προχθές μαζί. Γυρίζει και με ρωτάει αν έχω κάποια λιπαντική κρέμα. Παρντόν; Καλά, μου λέει, πάρε ελαιόλαδο να μου κάνεις μασάζ. Του έκανα, χάδια, φιλιά, μείναμε 3 ώρες στο κρεβάτι χωρίς να καταλάβουμε πώς πέρασαν. Του άρεσε που δε χρειαζόταν περιττές εξηγήσεις, που ζήσαμε αυτό το σκηνικό σαν από ταινία του Φελίνι.

Είπε πως είναι πολύ ερωτευμένος για να εξαφανιστεί, με περίμενε, μου έδωσε χρόνο να κατασταλάξω τα συναισθήματά μου. Με περίμενε, έκανε 1-2 φορές να φύγει αλλά ξαναγύρισε και με περίμενε. Ότι μιλάγαμε όλον αυτόν τον καιρό, μου μίλαγε, ήθελε να μου στείλει μήνυμα στην έκλειψη, έγραψε ένα άρθρο για μένα, να μη στερηθούμε τα φιλιά. 

Δεν το δέχτηκε πως εξαφανίστηκε και δε μπορούσα να τον βρω. Μου είπε ότι την τελευταία φορά που βρεθήκαμε, εξέλαβε τη συμπεριφορά μου ως απόρριψη. Του εξήγησα ότι χρειάζομαι επικοινωνία, να μιλάει, να εξηγεί. Είπε πως θα του ήταν πιο εύκολο αυτό αν ήταν πιο σίγουρος για μένα, για το τί θέλω. Συμφώνησα σε αυτό. Του είπα να μην το ξανακάνει, να μην ξαναεξαφανιστεί, το δέχτηκε. Είπε πως σέβεται το ότι με σταματάει η αναπηρία, και ο ίδιος δε θα έκανε σχέση με κοπέλα σε αμαξίδιο διότι δε θα μπορούσα να ακολουθήσει το ρυθμό του.

Εκείνη τη μέρα μου καλύφθηκε ένα πολύ μεγάλο κενό που αισθανόμουν μέσα μου λόγω έλλειψης συντροφικής σχέσης. Από την άλλη όμως ήταν και μια πολύ μεγάλη φρίκη λόγω της αναπηρίας. Ήρθα σε επαφή με αυτή, μου έδειχνε τα πόδια του όπου είχε χτυπήσει, έζησα τις ετοιμασίες που έκανε για να βγει έξω, ουροσυλλέκτης και άλλα πανέμορφα. 

Συνέβη και κάτι άλλο. Όπως το χειμώνα, υπήρξε σχεδόν πίεση για την ολοκλήρωση της σχέσης. Την πρώτη φορά δεν είχα δώσει σημασία, τώρα όμως ενοχλήθηκα. Του είπα ότι δε βιαζόμαστε, να γνωριστούμε καλύτερα, ακόμα και η βαφτιστήρα μου με την οποία έχουμε πολύ στενή σχέση ήταν μαγκωμένη αρκετή ώρα εφόσον είχε να με δει 3 μήνες. Εκείνος το θεώρησε απολύτως παράλογο αφού έχουμε μια τόσο στενή συνεχόμενη σχέση - στο μυαλό του. Είπε πως προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του ότι δεν είναι ο μπιπ της παρέας. Απάντησα να μη χαλάει τόση ενέργεια σε κάτι που δε θα καταφέρει και απλά να το δεχτεί - δεν του τη χάρισα. Μετά που βγήκαμε έξω μου εξήγησε ότι όταν με περιμένει ετοιμάζει το σώμα του για να μπορεί να υπάρξει επαφή, την ουροδόχο και το έντερό του. Ότι αν δεν κάνει αυτή την προετοιμασία δε μπορούμε να προχωρήσουμε. Φρίκη. Είπε συγνώμη που μου λέει κάτι τέτοιο τόσο νωρίς. Ρώτησα αν μου ζητάει κάτι, είπε όχι, απλά ήθελε να μου το πει. 

Ρώτησα αν του έχω κάνει κάτι κακό. Είπε και μόνο που υπάρχω. Κάτι που επρόκειτο να καταλάβω σαφέστατα αργότερα. 

Μετά μου είπε πόσο καλά έκανα που πήρα τηλέφωνο. Συμφώνησα αλλά ρώτησα αν πήρα τελικά εγώ ή αυτός. Πήρα λέει εγώ, γι' αυτό μου έστειλε τα μηνύματα. Τελικά είχε πάρει κάποιος στο σταθερό του (όπου δεν έχει αναγνώριση), δεν μίλησε κι εκείνος συμπέρανε ότι ήμουν εγώ. Μπαίνοντας στη ζώνη του λυκόφωτος...

Τις επόμενες 4 μέρες κρατήσαμε μια χαλαρή και ωραία επαφή. Μου είπε στο τηλέφωνο ότι θέλει να περιφρουρήσει τόσο τη δική του όσο και τη δική μου ψυχική υγεία. Με έπαιρνε απλά για καλημέρα, αμαζόνα μου κλπ. Ήρθε δυο φορές να με δει. Και μετά, την Παρασκευή το βράδυ του έστειλα ένα παιχνιδιάρικο μήνυμα. Όταν ξύπνησα το Σάββατο το πρωί και δεν είχε απαντήσει θυμήθηκα τη χτεσινή συνάντησή μας. Είχε δείξει φανερή δυσαρέσκεια μετά από μια ερώτηση που μου έκανε με σκοπό να συμπεράνει τις πολιτικές μου τοποθετήσεις. Βεβαίως το συμπέρασμα που έβγαλε ήταν λάθος αλλά δεν είναι αυτό το θέμα, πιστεύω πως έχω το δικαίωμα να υποστηρίζω ό,τι θέλω.  Και τί νόημα έχει, σήμερα είναι κάτι που είπα, χθες κάτι που σκέφτηκε, αύριο κάτι που συμπέρανε. Πρώτη φορά το είδα τόσο καθαρά: ο άνθρωπος με έχει καταδικάσει και μόνο που υπάρχω. Κατηγορούμενη στο εδώλιο έτσι κι αλλιώς. Δεν παίζω άλλο.

Σάββατο χτύπησε μερικές φορές το τηλέφωνό μου και ευχήθηκα ολόψυχα να μην είναι αυτός. Ευτυχώς δεν ήταν. Τη νύχτα του έγραψα κάποια θυμωμένα μηνύματα. "Αυτό ήταν που δε θα ξαναεξαφανιζόσουνα; Που θα περιφρουρούσες την ψυχική μας υγεία; Έτσι θα φερόσουν και να είχαμε κάνε έρωτα; Είδες πόσο δίκιο είχα να επιφυλάσσομαι; Πήγαινε αλλού να εκφράσεις τις σαδιστικές σου τάσεις. Σε είχα προειδοποιήσει σαφώς σχετικά με αυτό." Ευτυχώς δεν τα έστειλα.

Υπαγόρευσα στον εαυτό μου να αποσύρει την προσοχή του από αυτό το άτομο. Δε χρειάστηκε και πολλή προσπάθεια. Η μεγάλη πόρτα έκλεισε αυτόματα μέσα μου. 

Ήταν ένα πολύ περίεργο συναίσθημα, εγώ που κολλάω για χρόνια, που διατηρώ όλες μου τις σχέσεις ζωντανές μέσα για πάντα, έστω κι αν διακόπτονται έξω, εγώ νιώθω για πρώτη φορά στη ζωή μου ένα ξεκάθαρο τέλος. Έβαλα απόρριψη στο κινητό. Μετά από ένα μήνα με πήρε, είδα την αναπάντητη, δεν μιλήσαμε, δεν ξαναπήρε, το κατάλαβε. Παραμονή Δεκαπενταύγουστου με ξαναπήρε. Του έστειλα μήνυμα να μη με ξαναπάρει γιατί έχω αποσύρει το ενδιαφέρον μου από αυτόν. Απάντησε, φυσικά, με έναν παιδικό και τυφλό τρόπο, το ίδιο κι αυτός. Φυσικά...

Οκτώβριο πήγα στο κολυμβητήριο. Ήταν εκεί. Δε μιλήσαμε, το αποφύγαμε με τέχνη και οι δύο. Ήταν όμως κάπως σα να κράταγε μούτρα -  μικρός μέχρι το τέλος και μετά το τέλος. Όταν τον είδα θυμήθηκα αμέσως τί με γοήτευσε και τί με απογοήτευσε. Και να που το κολυμβητήριο είναι όμορφο και χωρίς την προσοχή του, δε σκοπεύω να το χάσω αυτό.

Ύστερα από 1.5 μήνα τον είδα τυχαία σε ένα ασανσέρ. Του μίλησα πρώτη, του είπα καλές γιορτές. Ρώτησε τί κάνω, απάντησα "καλά" καθώς έφευγα, δε στάθηκα. Με το ωραίο και ευγενικό του περίβλημα. Δεν με ξεγελά.





Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε