Τ...

Αχ πουλάκι μου

Θά ῾θελᾳ νὰ φωνάξω τ᾿ ὄνομά σου, ἀγάπη, μ᾿ ὅλη μου τὴν δύναμη. Νὰ τ᾿ ἀκούσουν οἱ χτίστες ἀπ᾿ τὶς σκαλωσιὲς καὶ νὰ φιλιοῦνται μὲ τὸν ἥλιο. Νὰ τὸ μάθουν στὰ καράβια οἱ θερμαστὲς καὶ ν᾿ ἀνασάνουν ὅλα τὰ τριαντάφυλλα. Νὰ τ᾿ ἀκούσει ἡ ἄνοιξη καὶ νά ῾ρχεται πιὸ γρήγορα. Νὰ τὸ μάθουν τὰ παιδιὰ γιὰ νὰ μὴν φοβοῦνται τὸ σκοτάδι,νὰ τὸ λένε τὰ καλάμια στὶς ἀκροποταμιές, τὰ τρυγόνια πάνω στοὺς φράχτες. Νὰ τ᾿ ἀκούσουν οἱ πρωτεύουσες τοῦ κόσμου καὶ νὰ τὸ ξαναποῦνε μ' ὅλες τὶς καμπάνες τους. Νὰ τὸ κουβεντιάζουνε τὰ βράδια οἱ πλύστρες χαϊδεύοντας τὰ πρησμένα χέρια τους. Νὰ τὸ φωνάξω τόσο δυνατὰ ποὺ νὰ μὴν ξανακοιμηθεῖ κανένα ὄνειρο στὸν κόσμο καμιὰ ἐλπίδα πιὰ νὰ μὴν πεθάνει.

Νὰ τ᾿ ἀκούσει ὁ χρόνος καὶ νὰ μὴν σ᾿ ἀγγίξει, ἀγάπη μου


Η ιστορία που θα διηγηθώ μιλάει για έναν πραγματικό κύριο. Αυτή η λέξη σε χαρακτηρίζει και τίποτα πιο σαφές δε θα μπορούσα να πω για σένα. 

Η γνωριμία μας έγινε κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες, συνθήκες πολέμου. Εσύ στεκόσουν ευθυτενής κι ατάραχος, μέσα στην θύελλα, προσφέροντάς μου ό,τι σου ζήτησα ευχαρίστως. Τις επόμενες εβδομάδες, καθώς ο πόλεμος μαίνονταν κατάλαβα ότι αναμφίβολα ήσουνα κύριος κι ότι μπορούσα να σε εμπιστεύομαι. Και πολλά άλλα εκπληκτικά κατάλαβα για σένα. Έκθαμβη σε έβλεπα να περνάς τη δοκιμασία σου αξιοπρεπής και όρθιος ανάμεσα σε πτώματα και κανίβαλους. Πάντα γενναιόδωρος και ψύχραιμος, ακόμα και όταν ήσουν στον αέρα, χωρίς εισόδημα, χωρίς έναν άνθρωπο να στηριχτείς, με τα τραύματά σου. Για μένα ήσουν ένας ήρωας. Εσύ κάτω από την μπλε πινακίδα, κάθε βράδυ το πρόσωπό σου, το παράστημά σου. Ένιωθα υπερηφάνεια που ήσουν φίλος μου, ένας κύριος, ένας ήρωας.

Μιλούσαμε και βλεπόμασταν. Όλο και πιο συχνά. Έκανα πολύ καιρό να καταλάβω ότι το ενδιαφέρον σου ήταν ερωτικό. Ήσουνα τόσο αξιοπρεπής. Ναι, βγήκαμε, ξαναβγήκαμε, με κράταγες από το μπράτσο γιατί "περπατούσα στη μέση του δρόμου", είχες την προσοχή σου πάνω μου, ναι, άλλαζαν χρώμα τα μάτια σου όταν με κοίταζες, ναι, ξαναβγήκαμε και ξαναβγήκαμε, αλλά εγώ δεν έβλεπα. Μέχρι που είδα ένα όνειρο, ότι κοιμόμουν πάνω σου. Μετά έγινες αρκετά σαφής και επιτέλους κι εγώ κατάλαβα.

Δε θα το κρύψω, δεν είδα αρχικά αυτή τη σχέση σαν κάτι που θα κρατήσει. Πιο πολύ την είδα σαν ένα περίεργο και μαγικό φαινόμενο που ήθελα να εξερευνήσω για λίγο ακόμα κι ακόμα λίγο. 

Ο τρόπος που με πλησίασες ήταν σαν σε παραμύθι. Αργά, ευγενικά, διακριτικά, τρυφερά. Πριν με αγγίξεις προετοίμαζες την αύρα μου, πράγματα άγνωστα στις μέρες μας. Το άγγιγμά σου ήταν πάντα σα να έπιανες κάτι ιερό. Πάντα απόλυτα επικεντρωμένος στο δέρμα μου με όλο σου το είναι, σα να έκανες την πιο λεπτή χειρουργική επέμβαση. Αλλά κυρίως ήταν τα μάτια σου. Με κοίταζαν μαγεμένα, άλλαζαν χρώμα όταν με κοίταζαν. 

Την άνοιξη εκείνη που ξετύλιξες τον έρωτά σου για μένα, άλλαξα πολύ. Άλλαξα εμφανισιακά, ομόρφυνα, άλλαξε η συμπεριφορά μου, άνοιξα προς όλους. Ερωτεύτηκα και γω και τριγυρνούσα μαγεμένη, πετώντας. Δε με απογοήτευσες ούτε μία φορά. Τα ανόητα αυτά παιχνίδια που έχουμε όλοι συνηθίσει, είναι άγνωστα για σένα. Πάντα εκεί όταν σε ζητούσα, πάντα συνεπής. Τα κόμπλεξ μου δε βρήκαν έδαφος να εκδηλωθούν, μου έδινες όση συναισθηματική κάλυψη χρειαζόμουν, απλόχερα. 

Σιγά και σταθερά η γνωριμία μας έγινε σχέση. Δε θα πω ότι ένιωθα δύναμη, ήταν κάτι άλλο. Μια υπερηφάνεια, θα έλεγα. Που περπατούσαμε μαζί. Που πίναμε καφέ μαζί και όλοι γύρω έβλεπαν πόσο ήρεμοι ήμασταν. Που περπατούσα μαζί σου, πέρναγα μπροστά σου και ήξερα ότι είσαι πίσω μου και όλοι μας έβλεπαν να λάμπουμε. Όλοι σε αγαπούσαν και σε εκτιμούσαν, έπαιρνα και γω κάτι από αυτή την εκτίμηση περπατώντας δίπλα σου. 

Μετά άρχισες να δίνεις τον εαυτό σου. Πρώτα τη σκέψη σου. Μετά άρχισες να δίνεις πρακτικά. Ό,τι χρειαζόμουν. Έγινες το ταξί μου, το ξυπνητήρι μου, το φαγητό μου, τα ρούχα μου, τα κοκαλάκια μου, το λούσιμό μου. Ακόμα και γω που δεν δίνω σημασία σε αυτά, κατάλαβα ότι ήταν ο εαυτός σου. Τα χάδια σου και η αγκαλιά σου, τι να πω γι' αυτά, μόνο ένας άνθρωπος τελείως δοσμένος μπορεί να χαϊδεύει έτσι, με τέτοια προσήλωση, με τέτοια αφοσίωση.

Μετά περάσαμε μια μεγάλη κρίση. Εσύ δεν είχες τελειώσει και τυπικά με το παρελθόν σου κι αυτό μου ξύπνησε το παιδικό μου τραύμα. Δεύτερο παιδί στην οικογένειά μου σήμαινε ότι το πρώτο είχε κάποια προνόμια μόνο και μόνο επειδή ήταν πρώτο. Ό,τι και να έκανα, όσο καλό παιδί κι αν ήμουν, ο μπαμπάς είχε προτίμηση. Η αδερφή μου έλεγε ψέματα και γω πάντα την αλήθεια και πίστευε εκείνη. Αυτό έζησα μαζί σου, ό,τι και να έκανα, η κατάσταση δεν άλλαζε. Αισθανόμουν δεύτερη, αδικημένη και πληγωμένη. Ήσουν εκεί, δίπλα μου, μαζί μου, για μένα όμως πάντα υπήρχε κι ένα τρίτο άτομο μεταξύ μας, ένα άτομο που εσύ άφηνες να μπαίνει ανάμεσά μας. 

Και η δεύτερη διαρκής κρίση, το κρεβάτι μας. Μία πληγή για μένα, μια αναπηρία για μένα. Κάτι που ήθελα πάρα πολύ και δε γινόταν. Δεν το χώραγε η λογική μου, πώς γίνεται ένας άντρας να κάνει πίσω όταν πρέπει να κάνει μπροστά. Τα έβαζα μαζί σου, δε σε πίστευα, φανταζόμουν τα πιο τρελλά σενάρια. Από την άλλη προσπαθούσα να είμαι διακριτική. Έκανες κάποιες κινήσεις προς τη λύση του προβλήματος, όμως ποτέ δεν πέτυχε τίποτα. Κοιτάζοντας πίσω, ακόμα αμφιβάλλω αν σε ενδιέφερε ποτέ, δε σε ένοιαζε. Το μόνο που ήθελες από μένα ήταν να μου διοχετεύσεις την τρυφερότητά σου, τη σκέψη σου. Αυτό όμως δε λέγεται ερωτική σχέση. Απορώ με τον εαυτό μου πώς άντεξα, ήταν κάτι άρρωστο. 

Η ηρεμία όμως που ένιωθα μαζί σου δε με άφηνε να φύγω. Γιατί δεν ήταν οι φροντίδες, ούτε τα απίθανα χάδια, ούτε όλα αυτά που έκανες για μένα, ήταν η ηρεμία που με κράτησε τόσο πολύ. Ποια ηρεμία όμως, ψεύτικη ηρεμία, επιφανειακή. 

Πω πω πουλάκι μου, σου έβγαλα την ψυχή. Κι εσύ δεν είπες ούτε μια πικρή κουβέντα, δε με κατηγόρησες ποτέ για τίποτα, δε γκρίνιαξες για τίποτα. Από ποιον πλανήτη κατέβηκες; Σου έβγαινε η ψυχή, σου έκανα τα μέσα σου κιμά, σου ρούφαγα όλη σου την δύναμη. Σε ξύπναγα τις νύχτες, σε έψελνα στο αυτοκίνητο, στο σπίτι σου, στους δρόμους. Κατηγορίες, παράπονα, πικρότατα λόγια. Ξεψυχισμένος και χλωμός παρέμενες πάντα πρόθυμος να με χαϊδέψεις. να με αγκαλιάσεις. 

Δεν ήμουν εντάξει, τι να λέμε... Αλλά αυτά δε μετράνε σε σένα. Η σιγουριά σου έφτανε και για μένα, κάτι απίθανο. Ένας άντρας από το παρελθόν δίπλα μου κι ένας άλλος που γνώρισα εν τω μεταξύ και με γοήτευσε με τα άστρα του κι ένας τρίτος ανάξιος λόγου. Κυρίως όμως ήταν οι σκέψεις μου για σένα. Δεν το πίστευα ότι μπορεί κάποιος να με αγαπάει πραγματικά, να είναι καθαρός. Αυτό ήταν το μάθημα που πήρα μαζί σου, ένα μάθημα πίστης. Ο κόσμος είναι αυτό που έχουμε μέσα μας.  

Κι ένα άλλο μάθημα, οδυνηρότατο: να δέχεσαι αυτό που δε μπορείς να αλλάξεις. Αυτό το έμαθα στο κρεβάτι μας. 

Τη σχέση αυτή τη βίωσα ως κάτι που δεν γίνεται. Κάτι που δεν γίνεται με τίποτα. Πόνεσα γι' αυτό, νευρίασα γι' αυτό, επέμεινα σε αυτό, στενοχώρησα εσένα άπειρες φορές γι' αυτό, χτύπησα το κεφάλι μου στον τοίχο γι' αυτό, αλλά ήταν αυτό και δεν αλλάζει. Ήταν σαφές ότι δεν γίνεται από την πρώτη στιγμή ως την τελευταία, ήταν κατάδηλο στα γεννέθλια της Δήμητρας, ολοφάνερο στην οικογένειά μου, οφθαλμοφανές στους φίλους και τις φίλες σου.

Αν ζήσαμε προηγούμενες ζωές, τότε σίγουρα σου έκανα κάτι πολύ καλό και ήρθες σε αυτήν να μου το ανταποδώσεις. Ή καλύτερα σε έστειλε ο Θεός σε αυτήν τη μία και μοναδική ζωή μας για να με σώσεις και να μου δώσεις πίσω ό,τι μου οφείλει το σύμπαν.

Θα σου έλεγα ότι θα έρθω να σε βρω όταν θα γίνω 60 χρονών, αυτό όμως είναι λίγο στενάχωρο. Θα σου πω απλά ότι θα συναντηθούμε στην αληθινή ζωή. Όπου δεν υπάρχει κτητικότητα, δεν υπάρχει ζήλεια, δεν υπάρχει χρόνος και κυρίως δεν υπάρχει σώμα. Αυτή την καταπληκτική απάντηση έδωσαν εδώ και χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι στο "δεν γίνεται". 


"Πάντα νομίζουμε ότι μας αγαπάνε επειδή είμαστε καλοί, αλλά δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι μας αγαπάνε επειδή είναι καλοί εκείνοι που μας αγαπάνε" Λέων Τολστόι


Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε